Κυριακή, Απριλίου 30, 2017

Η ΑΠΟΛΥΤΗ ΜΙΝΤΙΑΚΗ ΧΟΥΝΤΑ

Νίκος Μωραΐτης: Κόκκινο φανάρι, μαύρος φασισμός


Κάντε ένα πείραμα. Αλλάξτε μόνο μία λέξη στο χθεσινό τίτλο του ρεπορτάζ του δελτίου ειδήσεων του ΑΝΤ1 «μέλος του Σύριζα πέρασε με κόκκινο» και θα ανατριχιάσετε…

«Μέλος του Σύριζα πέρασε με κόκκινο» έλεγε το χθεσινοβραδινό ρεπορτάζ των ειδήσεων του ΑΝΤ1.
Ξέρω, είναι Κυριακή, με υπέροχο καιρό, παραμονή Πρωτομαγιάς και κανείς δεν έχει όρεξη για πολιτικολογίες. Μόνο, για ένα λεπτό, κάντε μου τη χάρη και δοκιμάστε το εξής πείραμα:
Μεταφέρετε το ρεπορτάζ του ΑΝΤ1 στην περίοδο του Γ’ Ράιχ και τροποποιήστε το μόνο κατά μία λέξη:
«Εβραίος πέρασε με κόκκινο!»
ή
«Κομμουνιστής πέρασε με κόκκινο!»
Τότε θα συνειδητοποιήσετε τον ρατσισμό στον οποίο υποβάλλει μία κατηγορία ελεύθερων (;) ψηφοφόρων η μιντιακή δικτατορία η οποία λυμαίνεται τη χώρα τα τελευταία 20 χρόνια.
Ασθμαίνει, ψυχορραγεί, αλλά όσο πιο κοντά στο τέλος της βρίσκεται, τόσο πιο πολύ στοχοποιεί, σπιλώνει, δηλητηριάζει.
Κάποτε, όταν κυβερνούσε το ΠΑΣΟΚ και όλα τα κανάλια της διαπλοκής το στήριζαν λυσσωδώς, έβαζαν στο δελτίο ειδήσεων και κανέναν αντίθετο σχολιαστή, έτσι, για προκάλυμμα. Τώρα δεν χρειάζονται προσχήματα. Η μιντιακή χούντα είναι απόλυτη, όπως απόλυτα επιβεβλημένος είναι και ο θάνατός της, αν θέλουμε κάποτε να μιλάμε για μία πλήρη επαναφορά της χώρας στο δημοκρατικό πολίτευμα.

Το τέλος της κόκκινης ουτοπίας




Δήμητρα Ρουμπούλα
 Πηγή: anagnostis.gr


Εκατό χρόνια από την πρώτη συνταρακτική επανάσταση του 20ού αιώνα, που είχε το όραμα της κοινωνικής απελευθέρωσης του ανθρώπου, και είκοσι οκτώ χρόνια από την διάψευσή του και την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, είναι πολλά και ταυτόχρονα λίγα για να αποτιμηθούν με νηφαλιότητα και ιστορική, πολιτική, κοινωνιολογική και ανθρωπολογική ακρίβεια. Και κυρίως να απαντηθεί το μέγα ερώτημα: Είναι τελικά ουτοπία ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός της κοινωνίας; Σίγουρα έχουμε πολλά ακόμη να μάθουμε για αυτά τα εκατό χρόνια. Την γνώση μας πάντως πλουτίζουν δύο βιβλία που κυκλοφόρησαν πρόσφατα στα ελληνικά, τα οποία σηματοδοτούν την αρχή και το τέλος της Οκτωβριανής Επανάστασης: «Έτος Ένα της Ρώσικης Επανάστασης» του Βίκτορ Σερζ (εκδ. Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο) και «Το τέλος του κόκκινου ανθρώπου» της Σβετλάνα Αλεξίεβιτς (εκδ. Πατάκη).
Ο Σερζ ρίχνει φως στο συναρπαστικό παρόν μιας επαναστατικής παλίρροιας δίχως προηγούμενο. Η Αλεξίεβιτς φωτίζει το συγκλονιστικό παρόν του τέλους, γεμάτο διαψεύσεις, προδοσίες, άσχημες φάρσες και ατομικά δράματα. Ο πρώτος γράφει για την μεγάλη Ιστορία, η δεύτερη για τις μικρές (ανθρώπινες) ιστορίες που συνθέτουν όμως την μεγάλη. Οι πρωταγωνιστές του Σερζ είναι ο Λένιν, ο Τρότσκι, ο Κάμενεφ, ο Σβερντλόφ, ο Ποντβόισκι, ο Μπουχάριν… Ήρωας της Αλεξίεβιτς είναι ο homo sovieticus που δεν είναι μόνο Ρώσος, είναι και Λευκορώσος, Τουρκμένος, Ουκρανός, Μολδαβός, Κοζάκος, Τσετσένος, Αζέρος, Οσσέτος…
«Αποχαιρετάμε τη σοβιετική εποχή. Εκείνο το κομμάτι της ζωής μας. Προσπαθώ ειλικρινά να ακούσω όλους όσοι συμμετείχαν στο σοσιαλιστικό δράμα…». Είναι οι πρώτες φράσεις της Σβετλάνα Αλεξίεβιτς, η οποία ενορχηστρώνει ένα μνημειώδες πολυφωνικό έργο, ενώνοντας τις φωνές/μαρτυρίες δεκάδων «κόκκινων ανθρώπων», οι οποίοι είτε αντιπροσωπεύουν γεωγραφικές περιοχές, άλλοτε δημοκρατίες της ΕΣΣΔ, νυν αυτόνομα κράτη, είτε γενεές, με ανθρώπους από οικογένειες μπολσεβίκων που πήραν μέρος στην εποποιία του Οκτώβρη, άτομα που θυσιάστηκαν στον Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο, κρατουμένους στρατοπέδων, σταλινιστές και αντιφρονούντες, στρατιωτικούς και διανοούμενους, πολίτες που πίστεψαν αρχικά στην περεστρόικα και τον Γκορμπατσόφ πως θα διορθώσει τα κακώς κείμενα και θα έφερνε έναν «ήπιο σοσιαλισμό …ανθρώπινο» και διαψεύστηκαν μέχρι που ήρθε εν μία νυκτί η μετάβαση στον «σωτήριο» καπιταλισμό.
Όλοι αυτοί στεγάστηκαν κάτω από το ίδιο όραμα, έδωσαν όλες τις δυνάμεις τους για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού και την εκπλήρωση των «πεντάχρονων πλάνων», αναλώθηκαν στη φοβερή κολεκτιβοποίηση, ματώθηκαν, αν δεν έχασαν την ίδια τη ζωή τους, στις σταλινικές εκκαθαρίσεις και τον Πόλεμο, αναθάρρησαν με τη χρουστσοφική αποσταλινοποίηση, θυσίασαν τα παιδιά τους στον παρανοϊκό πόλεμο στο Αφγανιστάν και τέλος έζησαν τη διάλυση της ίδιας της χώρας τους και βρέθηκαν στο περιθώριο της ζωής και της Ιστορίας. Δεν μετάνιωσαν όλοι για τις θυσίες τους και πολλοί συμφωνούν με τον Βαρλάμ Σαλάμοφ που έκανε δεκαεπτά χρόνια στα στρατόπεδα της Κολιμά και έγραψε στα «Σημειωματάριά» του: «Συμμετείχα στη μεγάλη, χαμένη μάχη για την πραγματική ανάσταση της ζωής».
Η φυλακή και ο πόλεμος είναι οι δύο κύριες ρωσικές λέξεις. Για την πρώτη οι άνθρωποι συζητούσαν στις κουζίνες των σπιτιών τους, εκεί που νόμιζαν ότι δεν τους ακούει κανείς. Η κουζίνα, ομολογούν, αποτελούσε το (ψυχολογικό) καταφύγιο των Σοβιετικών. Είναι συγκλονιστικές οι μαρτυρίες ανθρώπων που γεννήθηκαν στα γκουλάγκ: «Δεν γνωρίζω την ημέρα που γεννήθηκα …ούτε τη χρονιά… Όλα τα ξέρω στο περίπου. Γεννήθηκα κάτω από τη γη, εκεί μεγάλωσα. Η γη από μικρούλα μού θυμίζει σπίτι».
Η περίοδος του τέλους του σοβόκ (σοβιετικού ανθρώπου) συνοδεύεται με προσωπικά δράματα και πολλά ερωτηματικά. Μιλάμε για την εποχή από την κατάρρευση του καθεστώτος κι έπειτα, η οποία ταυτίζεται με τα χρόνια που η συγγραφέας καταγράφει τις δεκάδες μαρτυρίες. Τότε που η ελεύθερη αγορά έφερε τη «μοιρασιά της πίτας που λέγεται ΕΣΣΔ με την ιδιωτικοποίηση της αρπαχτής»,  η κομματική νομενκλατούρα άλλαξε ρόλο, οι τυχοδιώχτες πλούτισαν από τη μια στιγμή στην άλλη και η μαφία πήρε τα όπλα («σε μια μέρα μπορούσες να γίνεις εκατομμυριούχος ή να φας μια σφαίρα στο κεφάλι»), οι φτωχοί έγιναν φτωχότεροι, η μετανάστευση και η αυτοκτονία ήταν για αρκετούς μια λύση (αυτοκτόνησε ή δολοφονήθηκε ο στρατάρχης Αχρομέγεθ τον Αύγουστο του ΄91; αναρωτιούνται κάποιοι), ενώ τα τυφλά πάθη ήρθαν στην επιφάνεια με τον χειρότερο τρόπο.
Το δράμα είναι ότι η σημερινή Ρωσία δείχνει να έχει κουραστεί από τις αποκαλύψεις για ό,τι συνέβη. «Όταν όλα αυτά είχαν ενδιαφέρον, φορούσαμε φίμωτρο, και τώρα που μπορούμε να τα διηγηθούμε όλα, είναι αργά. Είναι σαν να μην μας ακούει κανείς. Στους εκδότες πηγαίνουν ολοένα καινούρια χειρόγραφα για τα στρατόπεδα, κι εκείνοι τα επιστρέφουν αδιάβαστα: Πάλι ο Στάλιν και ο Μπέρια; Δεν έχουν εμπορικότητα αυτά. Έχει μπουχτίσει πια ο αναγνώστης».
Η Σβετλάνα Αλεξίεβιτς, μάστορας της ντοκιμαντερίστικης λογοτεχνίας, για την οποία τιμήθηκε με το Νόμπελ 2015, κινούμενη με μαεστρία ανάμεσα στην προφορική ιστορική και την κοινωνιολογία, οργανώνει τις μαρτυρίες που συνέλεξε μεταξύ 1991 και 2012, σε δύο μεγάλα μέρη, «Η παρηγοριά της αποκάλυψης» και «Η γοητεία του κενού». Αν και κάθε μαρτυρία θα μπορούσε να λειτουργήσει ως βάση για αυτόνομο βιβλίο, η συγγραφέας συνθέτει μια συγκλονιστική τοιχογραφία της σοβιετικής και μετα-σοβιετικής εποχής, ένα ομαδικό πορτρέτο οραμάτων και διαψεύσεων, ένα σκληρό απολογισμό της πιο ελπιδοφόρας επανάστασης.
Κι όμως όλα ξεκίνησαν αλλιώς, να κτίσουν τη βασιλεία των ουρανών επί της γης. Αυτό μας διηγείται ο  Βίκτορ Σερζ, ο οποίος στα 28 του, επιστρέφει το 1919 στον τόπο καταγωγής του, τη Πετρούπολη, σε μια από τις πιο κρίσιμες στιγμές του εμφυλίου πολέμου, όταν η επανάσταση δείχνει να ψυχορραγεί. Οι γονείς του ήταν ρώσοι επαναστάτες – ναρόντνικοι – που είχαν καταλήξει στο Βέλγιο κυνηγημένοι από το τσαρικό καθεστώς. Γίνεται μέλος του μπολσεβίκικου κόμματος και συμμετέχει στα τρία πρώτα συνέδρια της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Έχοντας πάρει το μέρος του Τρότσκι και της Αριστερής Αντιπολίτευσης διαγράφεται από το κόμμα το 1927 και την επόμενη χρονιά συλλαμβάνεται και περνά τρεις μήνες στη φυλακή. Όταν λοιπόν γράφει το «Έτος Ένα της Ρώσικης Επανάστασης» έχει ήδη υποστεί τις πρώτες διώξεις από τη σταλινική γραφειοκρατία, στην οποία δεν δίνει ακόμη βαρύνουσα σημασία, καθώς γράφει στον πρόλογο για την πρώτη, γαλλική, έκδοση, το 1930:  «Όλες οι αβεβαιότητες και τα ανθρώπινα λάθη, όλες οι διαφωνίες και οι πολιτικές μάχες δεν επιτρέπεται να θολώσουν αυτό το μεγάλο γεγονός, αλλά μάλλον να το υπογραμμίσουν. Η προλεταριακή επανάσταση συνεχίζεται».  Τα «ανθρώπινα λάθη» όμως οξύνονται: Το 1933 συλλαμβάνεται ξανά και οδηγείται σε μια τρίχρονη εξορία, ενώ το 1936 απελαύνεται από τη χώρα ύστερα από διεθνή κατακραυγή και επιστρέφει στη Γαλλία. Γίνεται ένας άπατρις πρόσφυγας δίχως βίζα, η ζωή του οποίου είναι πραγματικά ένας κατατρεγμός δίχως τέλος. Με τη εισβολή των Γερμανών στη Γαλλία κατορθώνει να φτάσει στον τελικό τόπο εξορίας του, το Μεξικό, όπου πεθαίνει το 1947, έχοντας γράψει, μεταξύ άλλων, το αριστούργημά του «Υπόθεση Τουλάγιεφ» (εκδ. Scripta, 2007), για «την πιο ζοφερή περίοδο»,  όπως έλεγε, τις δίκες της Μόσχας και την εξολόθρευση των βετεράνων μπολσεβίκων, εκείνων που έκαναν την επανάσταση του ΄17.
Ένθερμος υποστηριχτής της σοσιαλιστικής ιδέας, ο Σερζ άφησε παρακαταθήκη ένα βιβλίο – ντοκουμέντο για τις ένδοξες μέρες της επανάστασης και του εμφυλίου πολέμου. Με την ψυχρότητα του ιστορικού και τον ενθουσιασμό του πεισμένου επαναστάτη, την κατάρτιση του μαρξιστή και την ζωντάνια του ρεπόρτερ, επιχειρεί να περιγράψει τους πρώτους αγώνες της ρωσικής σοσιαλιστικής επανάστασης, να δώσει στον μελλοντικό αναγνώστη «μια ιδέα πώς η επανάσταση κατανοήθηκε από εκείνους που πραγματικά την έκαναν». Γράφει σε μια εποχή που η στάχτη από το καμίνι είναι πολύ ζεστή, η υπάρχουσα φιλολογία για την Οκτωβριανή Επανάσταση δεν είναι πλούσια και οι συστηματικές μελέτες δεν έχουν καν ξεκινήσει. Χρησιμοποιώντας κάθε μαρτυρία και τεκμήριο που έχει στη διάθεσή του, καλύπτει μια περίοδο από τη νίκη της επανάστασης τον Οκτώβριο του 1917, έχοντας κάνει μια αναδρομή στην πορεία από την δουλοπαροικία προς και την προετοιμασία της επανάστασης, μέχρι τον Ιανουάριο του 1919 και την ολοκλήρωση του εμφυλίου, μέχρι την αιματηρή καταστολή της εξέγερσης των Σπαρτακιστών στο Βερολίνο,  που την αντιμετώπιζαν ως εξάπλωση της επανάστασης στη Δύση.
Ο Σερζ δεν ωραιοποιεί πρόσωπα και καταστάσεις. Είναι αξιοσημείωτη η προσπάθειά του να τοποθετήσει τις σκληρές επιλογές στο ιστορικό τους πλαίσιο. Η «κόκκινη τρομοκρατία» ήταν η απάντηση στη «λευκή τρομοκρατία». Για παράδειγμα, προηγήθηκαν οι φρικτές σφαγές από τους Λευκούς είκοσι χιλιάδων εργατών στη Φιλανδία την άνοιξη του 1918. Η εξάντληση του λαού από τον πόλεμο και την πείνα, η αντίδραση των κουλάκων, που έκρυβαν με κάθε τρόπο το σιτάρι και άλλα τρόφιμα, οι δολιοφθορές, το μποϊκοτάρισμα εκ μέρους πολλών κλάδων, οι ωμές επεμβάσεις από το εξωτερικό κ.λπ.,  έσπρωξαν τους μπολσεβίκους να κρατήσουν την εξουσία χρησιμοποιώντας ακόμη και ανηλεείς μεθόδους και επιβάλλοντας σκληρές θυσίες.
Από τις σελίδες παρελαύνουν όλα τα κορυφαία πρόσωπα της ρωσικής επανάστασης, με «γίγαντες» τους Λένιν και Τρότσκι – ο Στάλιν αναφέρεται λιγότερο απ΄ όλους. Ο Λένιν παρουσιάζεται ως το στρατηγικό μυαλό, μια καταπληκτική ιδιοφυία, ένας καταρτισμένος λόγιος, ένας ηγέτης με ισχυρό ρεαλισμό, που προσπαθεί με ζήλο να πείσει και να αποδείξει, που υποχωρεί στη μειοψηφία, την οποία όμως με περισσή ικανότητα μετατρέπει την κατάλληλη στιγμή σε πλειοψηφία. Ο Τρότσκι θεωρείται «ισάξιος του Λένιν, αν και ο ίδιος ευχαρίστως αναγνωρίζει την υπεροχή του τελευταίου».
Ο ιστορικός θα βρει πολλά στοιχεία στις σελίδες του Σερζ, ανάμεσά τους και σχετικά με την εκτέλεση των Ρομανόφ που, κατά τον Σερζ, έγινε με απόφαση του Σοβιέτ των Ουραλίων – τα σώματα του Νικόλαου Β΄, της τσαρίνας, του τσάρεβιτς Αλεξέι και των τεσσάρων νεαρών δουκισσών κάηκαν και οι στάχτες τους σκορπίστηκαν σε έναν κοντινό βάλτο, ενώ οι σοροί άλλων μελών του βασιλικού οίκου ρίχτηκαν σε ένα πηγάδι ορυχείου βορειοανατολικά του Εκατερίνμπουργκ στη Σιβηρία.
Το βιβλίο της Αλεξίεβιτς ευτύχησε να έχει μια πολύ καλή μετάφραση (Αλεξάνδρα Δ.Ιωαννίδου), ενώ το έργο του Σερζ (μτφ. Παρασκευά Ψάνη) άξιζε ως βιβλίο αναφοράς μεγαλύτερης προσοχής.
Info: Βίκτορ Σερζ , «Έτος Ένα της Ρώσικης Επανάστασης», εκδόσεις «Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο», μτφ. Παρασκευάς Ψάνης
Σβετλάνα Αλεξίεβιτς , «Το τέλος του κόκκινου ανθρώπου», εκδόσεις «Πατάκη», μτφ. Αλεξάνδρα Δ. Ιωαννίδου

http://www.artinews.gr/assets/images/diethni/venezuelaa.jpgΤι παίζεται στη Βενεζουέλα;


ΒΕΝΕΖΟΥΕΛΑ ΔΙΑΔΗΛΩΣΗΠηγή: Εφημερίδα των Συντακτών 
Συντάκτης :Γιώργος Τσιάρας


Ακόμη και για κάποιον τόσο εξασκημένο στο φιλτράρισμα της προπαγάνδας, όσο εγώ, ο πηχτός χείμαρρος της παραπληροφόρησης -με αποκορύφωμα τη... γνήσια σουρεαλιστική επερώτηση της Νέας Δημοκρατίας στη Βουλή!- γύρω από τα όσα συμβαίνουν τις τελευταίες μέρες στη Βενεζουέλα αποδείχτηκε αρκετός για να μου γυρίσει το στομάχι και να με «αναγκάσει», τρόπον τινά, να θυμίσω στους ουρανοκατέβατους «ειδικούς» περί Λατινικής Αμερικής μερικά βασικά πραγματάκια για τη μακρινή αυτή, αλλά τόσο κοντινή μας από πολιτικής και... αποικιακής πλευράς χώρα.
Οχι τίποτ’ άλλο, μπας και αναγνωρίσουμε στην ιστορία που ακολουθεί κάποιες χτυπητές ομοιότητες αλλά και διαφορές με το δικό μας παρόν και μέλλον ως στρατιωτικής βάσης του αμερικανικού «ιμπέριουμ» και, ταυτόχρονα, ως αποικίας χρέους των ισχυρότερων από τους Ευρωπαίους αφέντες-«εταίρους» μας.
«Βενεθουέλα», στα καστιγιάνικα, σημαίνει μικρή Βενετία: όταν πρωτόφτασε εκεί ο Βενετσιάνος Αμέριγκο Βεσπούτσι, το 1499, τα φυσικά κανάλια και οι κατοικημένες από Ινδιάνους νησίδες που δημιουργούσαν οι εκβολές των ποταμών τού θύμισαν τον τόπο του, κι έτσι έδωσε το όνομα της Γαληνοτάτης σε ολόκληρη τη χώρα - με τον ίδιο παιχνιδιάρικο τρόπο που οι Σπανιόλοι κονκισταδόρες βάφτισαν την Honduras για τα βαθιά νερά των λιμανιών της και την Argentina για τον Rio de la Plata, το ποτάμι του ασημιού.
Το 1811, δέκα χρόνια πριν από τον δικό μας ξεσηκωμό, έγινε μία από τις πρώτες ισπανικές αποικίες που ανακήρυξε την ανεξαρτησία της, αρχικά ως κομμάτι της «Μεγάλης Κολομβίας», με τους θρυλικούς επαναστάτες Μπολίβαρ, Πάες και Σούκρε, και μετέπειτα ως κυρίαρχο κράτος, το 1830.
«Κυρίαρχο», δηλαδή, μόνο στα λόγια, καθώς ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα (με το περιβόητο «δόγμα Μονρόε») πέρασε στην πολιτικο-οικονομική σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ, αρχικά ως μια τεράστια φυτεία καφέ, κακάο και άλλων αγροτικών αγαθών, αλλά και ως πηγή πολύτιμων βιομηχανικών ορυκτών.
Οσο για την πολιτική της ιστορία, μέχρι και το 1958 περιλαμβάνει μια ατέλειωτη σειρά από πραξικοπήματα και «γκαουντίγιος».
Αλλά και μετά τον υποτιθέμενο «εκδημοκρατισμό», λίγα άλλαξαν για τους φτωχούς, με τις αμερικανικές «επτά αδελφές» και την ντόπια άρχουσα τάξη να συνεργάζονται αρμονικά.
Το υπέδαφος, και όχι το γόνιμο χώμα των τσιφλικιών - latifundiae, ήταν εκείνο που άλλαξε τα πάντα για τους «Βενεσολάνος»: ήδη από το 1915 αμερικανικές εταιρείες εντόπισαν τεράστια κοιτάσματα πετρελαίου στη λίμνη Μαρακάιμπο και σύντομα οι εξαγωγές πετρελαίου και διυλισμένων καυσίμων προς τις ΗΠΑ έγιναν η βασική πηγή πλούτου για τη διεφθαρμένη ντόπια ελίτ και τους βόρειους επικυρίαρχους.
Η χώρα σήμερα είναι το μοναδικό κράτος-μέλος του ΟΠΕΚ στο δυτικό ημισφαίριο και η στρατηγική της αξία ως «βενζινάδικου της Αμερικής» αυξάνεται χρόνο με τον χρόνο, καθώς εκτιμάται πως διαθέτει τα μεγαλύτερα ανεκμετάλλευτα αποθέματα πετρελαίου στον κόσμο.
Ταυτόχρονα, όμως, όπως συμβαίνει με κάθε οικονομική «μονοκαλλιέργεια», η ευλογία αποδείχτηκε κατάρα: αφενός η φτώχεια και η ανισότητα αυξήθηκαν, αντί να μειωθούν, χάρη στην εκτεταμένη διαφθορά, και αφετέρου οι διαδοχικές αυξομειώσεις στην τιμή του πετρελαίου μετέτρεψαν τη βενεσολάνικη οικονομία σε «τρενάκι του τρόμου».
Αν και η πετρελαϊκή βιομηχανία κρατικοποιήθηκε το 1976, οι κυβερνήσεις της εποχής φορτώθηκαν με τεράστια εξωτερικά χρέη και, όταν στη δεκαετία του 1980 η υπερβολική προσφορά πετρελαίου στις διεθνείς αγορές οδήγησε σε ραγδαία πτώση των τιμών, το αποτέλεσμα ήταν μια βαθύτατη δημοσιονομική και οικονομική κρίση, με κύρια χαρακτηριστικά τον υπερπληθωρισμό και τη φτωχοποίηση εκατομμυρίων πολιτών.
Η λαϊκή αγανάκτηση κορυφώθηκε το 1989 με την εξέγερση και τη σφαγή από τον στρατό και την αστυνομία εκατοντάδων, ίσως και χιλιάδων διαδηλωτών στη διάρκεια του πολυήμερου ξεσηκωμού που έμεινε στην ιστορία σαν «Καρακάσο».
Το 1992 έγιναν δύο αποτυχημένα πραξικοπήματα - το ένα με σκοπό τον εκδημοκρατισμό του πολιτεύματος, από έναν παντελώς άγνωστο νεαρό, μισο-Ινδιάνο αξιωματικό των αλεξιπτωτιστών, τον Ούγκο Τσάβες.
Αλλά η κατάσταση της ξενοκρατίας και των αβυσσαλέων ανισοτήτων δεν άλλαξε, παρά τα... μνημόνια και τις συνεχείς παραινέσεις των Αμερικανών «σπονσόρων» και του ΔΝΤ: αντιθέτως, ο πληθωρισμός έφτασε το 100% το 1995, το κατά κεφαλήν εισόδημα υποχώρησε στα χαμηλότερα επίπεδα από το 1963, με το 66% του πληθυσμού να βρίσκεται σε κατάσταση ακραίας φτώχειας.
Μέσα από αυτές τις «ειδικές συνθήκες» ανδρώθηκε ο πολιτικός θρύλος του Τσάβες, που τώρα βγαίνει κάθε τυχάρπαστος νεοφιλελεύθερος να τον αποκαλέσει... δικτάτορα!
Στην πραγματικότητα, ανάμεσα στους αμέτρητους αληθινούς δικτάτορες που οι ΗΠΑ και οι εδώ μπιστικοί τους αποκαλούσαν (και δυστυχώς αποκαλούν) με σεβασμό «προέδρους» και τους κάνουν τεμενάδες, ο μακαρίτης υπήρξε μοναδική περίπτωση λαογέννητου ηγέτη, όντας αληθινό «τέκνο της ανάγκης κι ώριμο τέκνο της οργής»...
Μία μοναδική, χαρισματική προσωπικότητα, που μέσα σε λιγότερο από είκοσι χρόνια κυριάρχησε πλήρως στην πολιτική ζωή της χώρας του, κέρδισε καθαρά τέσσερις εκλογές, επέζησε ενός «κλασικού» και αρκετών «υβριδικών» πραξικοπημάτων και κατάφερε να διαλύσει σε μεγάλο βαθμό τους αποικιοκρατικούς δεσμούς με τη βόρεια «μητρόπολη», ανοίγοντας έναν πόλεμο με την Αμερική που συνεχίζεται σήμερα στους δρόμους του Καράκας.
Αν και αλεξιπτωτιστής καριέρας, και σε αντίθεση με τους Δυτικούς επικριτές του, πριν και μετά θάνατον, ο Τσάβες δεν... έπεσε από τον ουρανό: ένα χρόνο μετά το αποτυχημένο κίνημά του, ο πρόεδρος Κάρλος Πέρες, με ματωμένα ακόμα τα χέρια από το «Καρακάσο», παρά τη στήριξη της Ουάσινγκτον, έχασε την εξουσία εν μέσω τρομερών σκανδάλων, και η ισχύς των παραδοσιακών κομμάτων εξαερώθηκε, με αποτέλεσμα ολόκληρη η εργατική τάξη και οι μειονότητες να αγκαλιάσουν την ιδέα της «Μπολιβαριανής Επανάστασης» ως μοναδικής ελπίδας για πραγματική αλλαγή.
Ο Τσάβες πρωτοεξελέγη το 1998, άλλαξε το Σύνταγμα το επόμενο έτος, γλίτωσε σαν από θαύμα από το αμερικανοκίνητο στρατιωτικό πραξικόπημα του 2002 -στο οποίο συμμετείχε πρόθυμα σύσσωμη η ελίτ της χώρας- και τη «στημένη» γενική απεργία που ακολούθησε, και κατάφερε ώς τον πρόωρο θάνατό του από καρκίνο το 2013 να αναδειχτεί στον καλύτερο μαθητή του μέντορά του Φιντέλ Κάστρο, αλλά και σε πραγματικό ηγέτη του κύματος της λατινοαμερικανικής «Νέας Αριστεράς», που κυριάρχησε περίπου δεκαπέντε χρόνια σε ολόκληρη σχεδόν την ήπειρο.
Στη δεκαπενταετία αυτήν, ο «πρεζιντέντε» έκανε φυσικά και πολλά λάθη -το μεγαλύτερο, μάλλον, ήταν η επιλογή του διαδόχου του στο πρόσωπο του «λίγου» Νικολάς Μαδούρο, που τα έχει κάνει κυριολεκτικά μαντάρα στα τέσσερα χρόνια που κυβερνά, αδυνατώντας να σταθεί στο ύψος του χαρισματικού προκατόχου του.
Όμως το σίγουρο είναι: πρώτον, πως ούτε ο Τσάβες ούτε ο Μαδούρο υπήρξαν ποτέ δικτάτορες και, δεύτερον, ότι κατάφεραν από κοινού ώς σήμερα να βελτιώσουν σε σημαντικό βαθμό την καθημερινότητα των χαμηλότερων εισοδηματικών στρωμάτων, ιδίως όσον αφορά την παιδεία και την υγεία.
Από την άλλη, βέβαια, με τα χρόνια πολλοί πρωτοκλασάτοι «τσαβίστας» διεφθάρησαν κι αυτοί από την εξουσία και το χρήμα και απέτυχαν να θεραπεύσουν χρόνια προβλήματα, όπως ο υπερπληθωρισμός, η νεανική ανεργία, η εγκληματικότητα και οι ελλείψεις (κατασκευασμένες και μη) βασικών τροφίμων.
Έτσι, οι ΗΠΑ και οι ντόπιοι πολιτικοί προστατευόμενοί τους βρήκαν την ευκαιρία να ξεκινήσουν έναν νέο «ανένδοτο», που όπως και σε άλλες περιπτώσεις (π.χ. Ουκρανία, Συρία, «αραβική άνοιξη») ισοδυναμεί με ένα υβριδικού τύπου πραξικόπημα: «πατάει» στην υπάρχουσα αγανάκτηση μεγάλων τμημάτων του λαού, μεταξύ των οποίων πλέον υπάρχουν και δυσαρεστημένα κομμάτια της εργατικής τάξης που μέχρι πρόσφατα παρέμεναν πιστά στον Μαδούρο, αλλά δεν διστάζει να χρησιμοποιεί ένοπλη βία και οργανωμένη παραπληροφόρηση προκειμένου να φτάσει στην ανατροπή του ενοχλητικού καθεστώτος.
Όπως μου έλεγε -μόλις χθες- ένας άρτι αφιχθείς στην Ελλάδα νεαρός Βενεσολάνος «τσαβίστα», αυτό που συμβαίνει στη χώρα του είναι ένα golpe continuo, ένα διαρκές πραξικόπημα - και κανείς δεν ξέρει πού τελικά θα οδηγήσει...
Ο λόγος στην περίπτωση αυτή δεν είναι τόσο γεωπολιτικός, όπως στα παραπάνω παραδείγματα «έγχρωμων επαναστάσεων», αλλά 100% πρακτικός - ο επανέλεγχος των πετρελαϊκών κοιτασμάτων της Βενεζουέλας από τις ΗΠΑ και τις εταιρείες τους.
Γι’ αυτό άλλωστε, την ίδια ώρα που οι ΗΠΑ αποκαλούν αυταρχικό το καθεστώς τού (εκλεγμένου) Μαδούρο, ο υπουργός Αμυνάς τους (και πρώην στρατηγός) Τζέιμς Μάτις βρίσκεται στο... δημοκρατικό Ριάντ, την πρωτεύουσα της σκοταδιστικής μοναρχίας της Σαουδικής Αραβίας, της χώρας-πρωταγωνίστριας του βρόμικου πολέμου της Υεμένης, με 10.000 νεκρούς αμάχους και εκατομμύρια πρόσφυγες και πεινασμένους.
Στο όνομα του φτηνού πετρελαίου, όλα συγχωρούνται...
Και ο Μαδούρο, όμως, δεν μας τα λέει καλά. Αντιδρά σπασμωδικά, αντιμετωπίζοντας κάθε αντίδραση σαν μια εισαγόμενη συνωμοσία, καταλαμβάνοντας με τον στρατό... φούρνους και σουπερμάρκετ και λειτουργώντας με λογική μαοϊκού Ερυθροφρουρού παλαιάς κοπής.
Αυτού του είδους η «περιχαράκωση» δεν οδηγεί ποτέ σε καλά αποτελέσματα.

Αποτέλεσμα εικόνας για λεπεν μελανσονΜε την απειλή της ακροδεξιάς σβήνουν την αριστερά

[ ARti news 25.04.17 ]


Ντόναλντ Τραμπ, Μαρίν Λε Πέν, Βλαντιμίρ Πούτιν, Βόλφαργκ Σόιμπλε, πως θα ήταν ο κόσμος με όλους αυτούς στην εξουσία; Η απάντηση είναι ομόθυμη: Εφιάλτης. Η ευρωπαϊκή Αριστερά μοιάζει αμήχανη μπροστά στο φαινόμενο Λεπέν και της Νέας Δεξιάς (τύπου Φάρατζ, Ορμπάν κ.ά.), που προσδιορίζονται από τις πολιτικές για τον έλεγχο του μεταναστευτικού ρεύματος, την αντιμετώπιση της ανασφάλειας έναντι των «νέων βαρβάρων» που ελαύνουν από το Αιγαίο, και η οποία προστίθεται στην εργασιακή ανασφάλεια αλλά και την ανασφάλεια έναντι της τρομοκρατίας των τζιχαντιστών. Η απώλεια των θέσεων εργασίας από τους νέους μετανάστες (που ήταν η φθηνή εργατική δύναμη) τροφοδοτούσε πάντα την ξενοφοβία και την εμφύλια αντιπαράθεση  μεταξύ των «κάτω». Η δημοκρατική και εξισωτική αντιμετώπιση των δύο «μερών» των «κάτω», του «εξωτερικού και του εσωτερικού προλεταριάτου», από την Αριστερά τη φέρνει σε πολιτικά και εκλογικά δυσχερή θέση έναντι των «λαϊκιστών της Δεξιάς» (όπως τους αποκαλεί ο Economist) και των ξενοφοβικών φασιστικών πολιτικών μορφωμάτων. Τα τελευταία επιτίθενται στις «εγωιστικές ελίτ» και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού που αδυνατούν ή δεν θέλουν να προστατεύσουν τους απλούς ανθρώπους από τις… ορδές των νέων βαρβάρων. Συγχρόνως, παρουσιάζονται «αντισυστημικοί» καθώς απορρίπτουν τα ανοιχτά σύνορα, την ελεύθερη διακίνηση προσώπων αλλά και την παγκοσμιοποίηση(δηλ. την ελεύθερη αγορά), ενώ εκμεταλλεύονται το μύθο της «εθνικής αφύπνισης» και τη γενικευμένη ανασφάλεια. Φόβος για την εργασία, φόβος για την επιβίωση, φόβος για το μέλλον των παιδιών, φόβος για την εγκληματικότητα, για τους μετανάστες, για την κλιματική αλλαγή, για όλα. Αυτές οι φοβίες συντείνουν στη διαμόρφωση του ψυχισμού των ανθρώπων, διαταράσσοντας την ορθή χρήση του νου, που οδηγεί τις πολιτικές ηγεσίες σε λύσεις που παραπέμπουν στους ολοκληρωτισμούς τους παρελθόντος. 
Τελικά, οι λαοί χειραγωγούνται με το φόβο, που τυφλώνει τη συνείδηση. Ο έσχατος μάλιστα φόβος είναι η άνοδος της Λε Πεν στην εξουσία, η επικράτηση των φασιστών, που κάνει ακόμα και τους αριστερούς στη Γαλλία να ζητούν την υπερψήφιση των δεξιών, προκειμένου να μην εκλεγούν οι ακροδεξιοί!
Ακολουθεί η «κατασκευή συναίνεσης» και η «φιλοσοφία της ματαιότητας». Στην περίπτωση της συναίνεσης έχουμε την επιδίωξη μιας «οργανικής συνεργασίας» των υπό κανονικές συνθήκες αντιτιθέμενων μερών της κοινωνίας στο όνομα του «κοινού εισβολέα-εχθρού», που είναι ο Ξένος. Εδώ οφείλονται οι ιδεολογικά φανατικές συντηρητικές αναδιπλώσεις της αμερικανικής κοινωνίας από παλιά και σήμερα και της κεντρο-ευρωπαϊκής. Γιατί αυτό που συμβαίνει με τη ρατσιστική αντιπαλότητα είναι ότι παραμορφώνεται η αναπαράσταση του κοινωνικού ανταγωνισμού. Έτσι, ο Ξένος γίνεται ένα φετίχ που αρνιέται και συγχρόνως ενσαρκώνει τη δομική αδυναμία της κοινωνίας. Με άλλα λόγια, καθώς για «όλα φταίει ο ξένος», καλύπτεται στη φαντασίωση των μελών της κοινωνίας η πραγματική ανταγωνιστική κοινωνική ρωγμή.
Ακολουθεί η αναδίπλωση και η σχοινοτενής ενδοσκόπηση. Στην τελευταία περίπτωση την σκυτάλη θα πάρει η χειραγώγηση μέσω της τηλεόρασης, η κοινωνικοποίηση μέσω του σχολείου, της θρησκείας και των διανοουμένων. Ήδη από τον 19ο αιώνα ο Αμερικανός ποιητής και φιλόσοφος Ραλφ Ουάλντο Έμερσον (1803-1882) που μαζί με τον Ν. Χώθορν και Χ. Μέλβιλ συμμετείχαν στον λογοτεχνικό κύκλο της Μπρουκ Φαρμ, έλεγε ότι «Πρέπει να εκπαιδεύουμε το λαό έτσι ώστε να μη μας αρπάξει απ’ το λαιμό».

Τα Επτάνησα ως προτεκτοράτο των Βρετανών




http://www.stokokkino.gr/nlogo.pngΚυριακή 30 Απριλίου 13.00 - 14.00 Στο Κόκκινο 105,5

Ξενοκρατία: Έλληνες, Βρετανοί και η Ιόνιος Πολιτεία
 Αποτέλεσμα εικόνας για Βρετανοί και η Ιόνιος Πολιτεία
Συζητούν ο Κωστής Καρπόζηλος και ο Σάκης Γκέκας

Ο Κωστής Καρπόζηλος, ιστορικός, συζητά με τον Σάκη Γκέκα, αναπληρωτή καθηγητή Ιστορίας στο York University του Toronto, γύρω από την ιστορική διαδρομή των Επτανήσων το 19ο αιώνα, με αφορμή το βιβλίο του Xenocracy: State, Class and Colonialism in the Ionian Islands, 1815-1864 (Berghahn Books, 2016). Συζητώντας για την ταξική διάρθρωση, τις κοινωνικές δυναμικές και τη στρατηγική της Μεγάλης Βρετανίας στα Επτάνησα τοποθετούν το παράδειγμα της Ιονίου Πολιτείας στο πλέγμα του αποικιακού κόσμου, ενώ φωτίζουν τα νήματα που συνδέουν την πολιτική της ξενοκρατίας με τον κλονισμό της σε στιγμές κρίσης του 19ου αιώνα.



Ηνωμένον Κράτος των Ιονίων Νήσων - Βικιπαίδεια

Mεγάλοι φωτογράφοι της εποχής μας

Αποτέλεσμα εικόνας για sally mann portrait
Σάλι Μαν
Φωτογράφος
Γέννηση: 1 Μαΐου 1951 , Λέξινγκτον, Βιρτζίνια, ΗΠΑ
Σύζυγος: Λάρι Μαν
Παιδιά: Τζέσσι Μαν, Έμμεττ Μαν, Βιρτζίνια Μαν
Εκπαίδευση: Hollins University (1975), Hollins University (1974), Bennington College (1969–1971), The Putney School (1969)
Βραβεία: Υποτροφία Γκούγκενχαϊμ Δημιουργικών τεχνών για τις ΗΠΑ και τον Καναδά

1. Sally Mann

2. Sally Mann - Wikipedia


Ex Silentio - ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΑΣΤΡΟΠΑΛΙΑΣ (Astypalias Castle) - Θεοδώρα Μπάκα

Μικρασιάτικη μελώδια. Ηχογραφήθηκε για πρώτη φορά στη Ν. Υόρκη το 1927 με ελληνικούς στίχους. Δισκογραφικά πρωτοεμφανίστηκε με τούρκικους στίχους Ερμηνεύει η Μαρίκα Παπαγκίκα. Ορχήστρα με βιολί, τσέλο, τσιμπαλο. https://youtu.be/foS8qkWoKL0

Στίχοι: Παραδοσιακό
Μουσική: Παραδοσιακό
Ερμηνεία : Θεοδώρα Μπάκα

Από τον δεύτερο δίσκο του συνόλου Ex Silentio «MNEME -
MNHMH»

Ex Silentio - Σύνολο παλαιάς μουσικής.
Θεοδώρα Μπάκα - φωνή,
Δημήτρης Κούντουρας - φλάουτο με ράμφος & μουσική διεύθυνση,
Θύμιος Ατζακάς - ούτι,
Ανδρέας Λινός-φωνή,
Ηλέκτρα Μηλιάδου - οργκανέτο,
Tobias Schlierf - βιέλα, βιέλα με τροχό,
Νίκος Βαρελάς - κρουστά


Το κάστρο της Αστροπαλιάς
έχει κλειδί κλειδώνει,
τούρνα, τούρνα, τούρνα,
έχει κλειδί κλειδώνει.
Έχει κορίτσια έμορφα
μα δεν τα φανερώνει,
τούρνα,τούρνα,τούρνα,
μα δεν τα φανερώνει.

Στον Καστελάνο σύννεφα
στη Μαλτεζάνα βρέχει
τούρνα, τούρνα, τούρνα
στη Μαλτεζάνα βρέχει.
Και στου Καράη τα στενά
έμορφες κόρες έχει,
τούρνα,τούρνα,τούρνα,
έμορφες κόρες έχει.

Έλα πουλί μου γρήγορα
και μην αργείς στα ξένα,
τούρνα, τούρνα, τούρνα,
και μην αργείς στα ξένα.
Κι ανθίσαν τα γαρύφαλλα
που σου `χω φυλαμένα,
τούρνα,τούρνα,τούρνα,
που σου `χω φυλαμένα.

Άλλος σε λέει μέλισσα
κι άλλος σε λέει σφήκα,
τούρνα, τούρνα, τούρνα,
κι άλλος σε λέει σφήκα.
Έχεις της σφήκας το κεντρί
της μέλισσας τη γλύκα,
τούρνα, τούρνα, τούρνα,
της μέλισσας τη γλύκα.

Με διαβατάρικα πουλιά
έρωτες να μην πιάνεις,
τούρνα,τούρνα,τούρνα,
έρωτες να μην πιάνεις.
Γιατί `ναι διαβατάρικα
και γρήγορα τα χάνεις
τούρνα,τούρνα, τούρνα,
και γρήγορα τα χάνεις.


(Κυρά μου Πορταΐτισσα
με τα πολλά καντήλια,
τούρνα, με τα πολλά καντήλια.
Βλέπε τα, τα ξενάκια μας
να σου τα κάμω χίλια,
τούρνα, να σου τα κάμω χίλια.)

... όμως σε μένα φτάνει που γράφω στο χαρτί όπως χαράζανε παλιά στην πέτρα Ο Τίτος αποχαιρετά τη Ρένα.


Τίτος Πατρίκιος

 

 "Τρία ποιήματα για τη Ρένα"



                           Ι
Της έσφιγγα το χέρι
ήταν ζεστό, όχι όμως
όσο λίγο πιο πριν ακόμα.
Το χαμόγελό της
που μόνο εγώ το έβλεπα
είχε σβήσει.
Μου είπε ο γιατρός
ευγενικά κι αδιάφορα
«Το τέλος πλησιάζει
μπορείτε να μείνετε
αν θέλετε».
«Όχι, γιατρέ
σας ευχαριστώ», απάντησα
όσο πιο ψύχραιμα μπορούσα
και βγήκα από την εντατική.
Ήθελα να κρατήσω την εικόνα
της κοπέλας που η ομορφιά της
με είχε θαμπώσει
πριν από τόσα χρόνια
την εικόνα που κι εκείνη τη στιγμή
ίδια την έβλεπα όπως τότε.
                            ΙΙ
Μια σύντομη ζωή γυναίκας
πέρασε σαν αστραπή
μέσα από τη δική μου
για να την κάνει πιο ζωή
να βεβαιώσει πως το φως
όσο κι αν όλα αρχίζουν
και τελειώνουν με σκοτάδι
πάντοτε βρίσκει τρόπους
να επανέρχεται και να φωτίζει.
                            ΙΙΙ
Πώς γίνεται να μη χαθεί
η θέρμη του χεριού της απ’ το χέρι μου
πώς γίνεται να μείνει ως την αιωνιότητα
ο τελευταίος μας αποχαιρετισμός
όπως μένει στ’ ανάγλυφα του Κεραμικού;
Σήμερα πια δεν φτιάχνονται τέτοια ανάγλυφα
όμως σε μένα φτάνει που γράφω στο χαρτί
όπως χαράζανε παλιά στην πέτρα
Ο Τίτος αποχαιρετά τη Ρένα.


Από τη συλλογή «Συγκατοίκηση με το παρόν», εκδ. Κέδρος 2011

Αποτέλεσμα εικόνας για Τίτος ΠατρίκιοςΤίτος Πατρίκιος - Βικιπαίδεια

Μια αλλιώτικη Καθαρή Δευτέρα στην τουρκοκρατούμενη Ήπειρο

  Η ΚΑΘΑΡΗ ΔΕΥΤΕΡΑ Διήγημα του  Χρήστου Χρηστοβασίλη (1862-1937) Ήμουν τότε παιδί όχι πλειότερο από οχτώ χρονών και μαθήτευα στον παπα-Αντ...