Της Ευδοκίας Αικατερινάρη*

Η χώρα μας, από τους κλασικούς χρόνους ακόμη πέρασε στη συνείδηση των λαών ως η πατρίδα των γραμμάτων, των τεχνών και της φιλοσοφίας. Δεν είναι τυχαίο ότι επάνω στη φιλοσοφική σκέψη μεγάλων Ελλήνων διανοητών, όπως των κορυφαίων Αριστοτέλη (Στάγειρα 384 - Χαλκίδα 322 π.Χ.) και Πλάτωνα (427-347 π.Χ.), αλλά και πολλών άλλων, στηρίχτηκαν ιδεολογίες και προβληματισμοί που έφεραν ανατροπές στις κοινωνικές δομές και σημάδεψαν ολόκληρες γενιές.
Γιατί όσο κι αν είναι δύσκολο να έχει εφαρμογή η αριστοτελική σκέψη στα σημερινά κοινωνικά δεδομένα, όσο κι αν δίδονται από πολλούς αμφιλεγόμενες ερμηνείες στις απόψεις του περί δουλείας, για τις σχέσεις των δύο φύλων, για τις κοινωνικές ανισότητες κ.ά., δεν παύει να αποτελεί σημαντικό εργαλείο και βάθρο θεμελίωσης των σύγχρονων επιστημών. Η ρήση του ότι ο άνθρωπος είναι από τη φύση του πολιτικό ον παραμένει, αναμφιβόλως, μια μεγάλη αλήθεια.
Επίσης, επηρέασαν και εξακολουθούν να επηρεάζουν οι φιλοσοφικές θεωρήσεις του Επίκουρου (341 - 270 π.Χ.). Στις μεγάλες αλήθειες του ίδιου και της σχολής που ίδρυσε, με το όνομα «Κήπος του Επίκουρου», ανέτρεξαν ή και στηρίχτηκαν μεγάλες προσωπικότητες της πολιτικής και των γραμμάτων.
Εκτός όμως από τους άνδρες Έλληνες φιλοσόφους υπήρξαν και γυναίκες φιλόσοφοι, άγνωστες στους πολλούς. Τα ονόματά τους και ώς έναν βαθμό η φιλοσοφική τους ενασχόληση σώθηκαν από τα γραπτά τους ή από σχετικές αναφορές μεταγενέστερων συγγραφέων. Εντοπίστηκαν συνολικά 40 γυναίκες φιλόσοφοι και μαθηματικοί, από τον 10ο αι. π.Χ. έως τον 5ο αι. μ.Χ. Θα άξιζε λοιπόν να δούμε τις σπουδαιότερες από αυτές, που με το συγγραφικό τους έργο συνέβαλαν στην ανάπτυξη των επιστημών.

Η Αρήτη

Πατρίδα της ήταν η Κυρήνεια του 5ου π.Χ. αιώνα και πατέρας της ο Αρίστιππος, ιδρυτής της εκεί φιλοσοφικής σχολής. Ήταν σύγχρονη του Σωκράτη και δίδαξε Φιλοσοφία στη σχολή της Αττικής σε περισσοτέρους από 100 φιλοσόφους, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο γιος της Αρίστιππος, γνωστός και ως «Μητροδίδακτος», που έγινε αργότερα διευθυντής της Κυρηναϊκής Σχολής. Η Αρήτη έγραψε σαράντα βιβλία, στα οποία μεταγενέστεροι φιλόσοφοι, ακόμη και μέχρι την εποχή του Βοκάκιου (1313-1375 µ.Χ.), ανέτρεχαν για να αντλήσουν πληροφορίες.

Η Διοτίμα 

Διοτίμα, πίνακας του Józef Simmler (1855) 
Καταγόταν από τη Μαντινεία της Αρκαδίας. Εκτός από φιλόσοφος, υπήρξε και ιέρεια. Στην ιδιότητά της αυτή, άλλωστε, οφείλεται και το όνομά της, καθώς το Διοτιμία αναφέρεται στη γυναίκα που τιμά τον Δία.
Ο Πλάτωνας όταν στο «Συμπόσιό» του αναφέρθηκε σ' αυτήν, έγραψε ότι υπήρξε σοφή γυναίκα και δασκάλα του Σωκράτη (469-399 π.Χ.), ο οποίος και της απέδωσε τις δέουσες τιμές. Του δίδαξε, όπως ομολόγησε ο ίδιος, τα μυστήρια του έρωτα ως πόθου και ως κινήτρου για το ωραίο και το αληθινό. Ο Ξενοφώντας, από τη μεριά του, τη μνημονεύει με την αναφορά «ουκ άπειρος δυσσυνέτων διαγραμμάτων έστι», ως γνώστρια δηλαδή των πλέον δυσκολονόητων γεωμετρικών θεωρημάτων της πυθαγόρειας αριθμοσοφίας.
Εδώ θα πρέπει να σημειώσω ότι διατυπώθηκαν και απόψεις που δεν θεωρούσαν τη Διοτίμα υπαρκτό πρόσωπο, αλλά πως επινοήθηκε από τον Πλάτωνα στο «Συμπόσιο» ως ένας γυναικείος χαρακτήρας, βασισμένος στα χαρακτηριστικά της Ασπασίας, της θεωρούμενης εταίρας και γνωστής συντρόφου του Περικλή.

Η Θεανώ η Θουρία ή Κροτωνιάτιδα

Ήταν Ελληνίδα μαθηματικός και αστρονόμος του 6ου π.Χ. αι. και κόρη του ιατρού Βροντίνου. Καταγόταν από τους Θούριους της Κάτω Ιταλίας, όπου έζησε και άκμασε στον 6ο π.Χ. αιώνα. Θεωρείται η διασημότερη γυναίκα αστρονόμος και κοσμολόγος της αρχαιότητας, γιατί σ' αυτή αποδίδεται, πέραν των άλλων, και η Θεωρία της Χρυσής Τομής.
Μαθήτευσε κοντά στο Πυθαγόρα, που μετά την αναχώρησή του από τη Σάμο εγκαταστάθηκε στην Κάτω Ιταλία. Γοητευμένη κι αυτή, όπως και τα πλήθη που κατέφθαναν εκεί από διάφορες περιοχές για να ακούσουν τη διδασκαλία του, τον παντρεύτηκε αν και ήταν κατά τριάντα χρόνια μεγαλύτερός της. Μετά το θάνατό του εγκατέλειψε τον Κρότωνα και την Πυθαγόρεια Σχολή, όπου δίδασκε κι αυτή αστρονομία και μαθηματικά, και εγκαταστάθηκε στη Σάμο.
Η Θεανώ, έχοντας συνεπίκουρους τα παιδιά της Δαμώ, Μύια, Αριγνώτη, Μνήσαρχο και Τηλαύγητο, επιμελήθηκε και συνέχισε τη διδασκαλία και τη διάδοση του το έργου τού μεγάλου Πυθαγόρα στον ελλαδικό χώρο, αλλά και έξω από αυτόν. Αργότερα τα παιδιά τους ανέλαβαν την διοίκηση των Πυθαγορείων σχολών.
Τα σημαντικά επιστημονικά έργα της ήταν: "Η Κοσμολογία", "Το Θεώρημα της Χρυσής Τομής", "Η Θεωρία των Αριθμών", "Η Κατασκευή του σύμπαντος", "Ο Βίος του Πυθαγόρα" (που δεν σώζεται) και το "Περί αρετής", το οποίο αφιέρωσε στον μεγάλο πολεοδόμο και αρχιτέκτονα του 5ου π.Χ. αι. Ιππόδαμο τον Μιλήσιο.

Η Θυµίστα

Ήταν επιστολογράφος του Επίκουρου και γνωστή φιλόσοφος της περιόδου 371 - 271 π.Χ. Αποκαλούνταν και «θηλυκός Σόλων», καθώς τα επιτεύγματά της προσομοίαζαν με εκείνα του μεγάλου νομοθέτη της αρχαίας Αθήνας.

Η Λασθενία

Υπήρξε φιλόσοφος και φυσικός του 4ου π.Χ. αι. Σ' αυτή αποδίδεται ο ορισμός της σφαίρας. Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα του Dr Kate Lindermann's "Womaen Plilosophers", τη μνημονεύει ο Διογένης ο Λαέρτης ως μία από τις αναγνωρισμένες γυναίκες φιλοσόφους της αρχαίας Ελλάδας στο έργο του «Βίοι φιλοσόφων». Αρχικά σπούδασε στην Ακαδημία της Μαντινείας, μια πόλη της Αρκαδίας, που νικήθηκε από τους Σπαρτιάτες το 418 π.Χ. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, σε μια πόλη με διακριτές τις κοινωνικές τάξεις των σκλάβων και των ελεύθερων. Οι τελευταίοι χωρίζονταν στους υπηκόους και τους ξένους, στους οποίους υπήρξε εταίρα η Λασθενία. Επειδή όμως ο νόμος που αφορούσε στις ξένες την υποχρέωνε να βρει προστάτη αν ήθελε να ζει μόνη, αυτή που δεν αποδεχόταν κάτι τέτοιο... φορούσε ανδρικά ρούχα για να μπορεί να παρακολουθεί τα μαθήματα του Πλάτωνα και στη συνέχεια του ανιψιού του Σπεύσιππου (408 π.Χ. - 338 π.Χ.), φιλοσόφου, μαθηματικού και πρώτου σχολάρχη της Πλατωνικής Ακαδημίας. Του τελευταίου έγινε και σύντροφος.

Η Περικτιόνη

Ήταν η μητέρα του μεγάλου φιλοσόφου Πλάτωνα, επίσης φιλόσοφος και η ίδια. Σύμφωνα με τις απόψεις του Διογένη του Λαέρτιου (3ος μ.Χ. αιώνας), που καταχώρησε στο σύγγραμμά του «Βίοι φιλοσόφων», ήταν απόγονος του Σόλωνα, του Αθηναίου νομοθέτη και σοφού και ανιψιά τού Κριτία, πολιτικού, ποιητή και ρήτορα, αλλά και του σκληρότερου από τους Τριάκοντα Τυράννους της Αθήνας.
Δύο από τα έργα της, αποσπάσματα των οποίων έχουν διασωθεί, είναι το «Περί της γυναικών αρμονίας» και το «Περί σοφίας». Τα έργα αυτά της αποδίδονται με επιφυλάξεις, λόγω της πιθανολογούμενης διαφοράς στους χρόνους συγγραφής τους. Είναι άλλωστε και ο λόγος που κατατάσσονται στην «ψευδοπυθαγόρεια» φιλολογία.

Η Υππαρχία του Κυνικών

Γεννήθηκε το 360 π.Χ. και πέθανε το 280 π.Χ. Υπήρξε μέλος της σχολής των Κυνικών, που δεν ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής. Παντρεύτηκε τον Κράτη, έναν άλλο Κυνικό φιλόσοφο, και επέλεξαν να ακολουθήσουν μαζί τον τρόπο ζωής των Κυνικών, μια ζωή δηλαδή χωρίς ανέσεις, ιδιοκτησία και συμβατικούς κανόνες, όπως θεωρούνταν ανάμεσα σ' αυτούς και ο θεσμός του γάμου. Γιατί η ισχύουσα κοινωνική δομή και πολιτική τάξη πραγμάτων δεν ήταν αποδεκτή από τους Κυνικούς κι αυτή η απόρριψή τους αποτελούσε τη βασική προϋπόθεση προκειμένου να καταστούν πολίτες του σύμπαντος.

Η Υπατία

Θα ολοκληρώσω την αναφορά μου στις γυναίκες επιστήμονες της Αρχαιότητας με την περισσότερο γνωστή Υπατία, που συνέχισε τη σπουδαία παράδοσή τους, μερικούς αιώνες αργότερα, προσφέροντας στον βωμό της έρευνας ακόμα και τη ζωή της...
Ήταν νεοπλατωνική φιλόσοφος του 4ου μ.Χ. αι. και αστρονόμος, γνωστή και με το προσωνύμιο η «Γεωμετρική». Ασχολήθηκε με τα μαθηματικά, την αστρονομία και τη μηχανική. Αν εξαιρέσει κανείς την Αίθρα του 10 π.Χ. αι., που κατά τη μυθολογία ήταν κόρη του βασιλιά της Τροιζήνας και μητέρα του Θησέα, και δίδασκε λογιστική στους νέους με τη χρήση άβακα και συμβόλων (κρητικομυκηναϊκό σύστημα), η Υπατία θεωρείται ιστορικά η πρώτη μαθηματικός, με πολλές διακρίσεις στη σταδιοδρομία της. Γεννήθηκε το 370 μ.Χ. στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου και πήρε τα πρώτα της μαθήματα από τον πατέρα της Θέωνα τον Αλεξανδρέα (335-405 μ.Χ.), επίσης μαθηματικό και αστρονόμο. Μετέβη στη συνέχεια για σπουδές στην Ιταλία και στην Αθήνα, όπου παρακολούθησε μαθήματα στη νεοπλατωνική σχολή του Πλούταρχου του Νεότερου. Επιστρέφοντας στη γενέτειρά της, ανέλαβε τη Σχολή των Πλατωνιστών της Αλεξάνδρειας, στην οποία και δίδαξε.
Η ευρυμάθεια, η ευγλωττία, η ταπεινοφροσύνη, αλλά και η ομορφιά της ήταν λόγοι που δικαιολογούσαν τη μεγάλη προσέλευση μαθητών της. Ανάμεσα σ' αυτούς ο Συνέσιος ο Κυρηναίος, που αργότερα έγινε επίσκοπος Πτολεμαΐδας. Οι πολλές επιστολές που της έστειλε -και σώθηκαν- αποκαλύπτουν ότι τη συμβουλευόταν για την κατασκευή του αστρολάβου, ενός οργάνου που χρησιμοποιούσαν οι ναυτικοί στη ναυσιπλοΐα και οι αστρονόμοι.
Η Υπατία υπήρξε θύμα βίαιων καταστάσεων και μεγάλων επεισοδίων, ανάμεσα στους χριστιανούς και τους αντίπαλούς τους εθνικούς, που ταλάνισαν για καιρό την τόσο φημισμένη για τις επιστήμες και τα γράμματα πόλη της Αιγύπτου. Εκείνη τη δύσκολη περίοδο, η μόρφωση και η διάθεση για μάθηση -ιδιαίτερα των γυναικών- θεωρούνταν ταυτόσημες με την ειδωλολατρία και χρεώνονταν στους εθνικούς... Η κατάσταση οξύνθηκε ακόμη περισσότερο με την άνοδο, το 412 μ.Χ. του Κυρίλλου στον πατριαρχικό θρόνο της Αλεξανδρείας. Όπως καταμαρτυρεί στην Εκκλησιαστική Ιστορία του ο Σωκράτης ο Σχολαστικός, αιτία της σκληρής θανάτωσης της Υπατίας ήταν οι σχέσεις οικειότητας που ανέπτυξε με τον Ορέστη, τον ειδωλολάτρη έπαρχο της πόλης...
Φαίνεται, ωστόσο, πως η ίδια, παρά το γεγονός ότι είχε πολλούς φίλους χριστιανούς, προτίμησε να μείνει πιστή στις αρχαιοελληνικές παραδόσεις, αναζητώντας την αλήθεια μέσα από την αστρονομία, τα μαθηματικά και τους αρχαίους μύθους. Αυτός ήταν στην πραγματικότητα ο λόγος των εναντίον της διαθέσεων, που έφτασαν μέχρι τη βίαια θανάτωσή της τον Μάρτιο του 415 μ.Χ., γεγονός που σήμανε και την έναρξη του μαρασμού της Αλεξάνδρειας, ενός από τα μεγαλύτερα πνευματικά κέντρα εκείνης της εποχής.
Θα τελειώσω το άρθρο μου με μια φράση που πιθανολογείται ότι αναφερόταν στη περίφημη βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας και ήταν χαραγμένη πάνω από τα ράφια της. Αφορούσε στο αγαθό της μάθησης και έγραφε «(Εδώ είναι) ο τόπος της θεραπείας της ψυχής»!

* Η Ευδοκία Αικατερινάρη είναι χημικός