Κυριακή, Σεπτεμβρίου 27, 2015

Ο εφιαλτικός κόσμος του μέλλοντος (4/τέλος)

 
Η ιστορία ενός υπερήρωα ανάμεσα σε πολλούς υπερήρωες. 
"Ο σωστός άνθρωπος στη λάθος θέση 
μπορεί να κάνει τη διαφορά στον κόσμο."
Nine tomorrows.jpg

************ Ισαάκ Ασίμοφ

Επάγγελμα

 νουβέλα
Απόδοση από τα Αγγλικά: Βασίλης Κ. Μηλίτσης
Πρωτοεμφανίστηκε το 1957, στο τεύχος του Ιουλίου του περιοδικού Astounding Science Fiction και αποτέλεσε το πρώτο διήγημα της συλλογής Nine Tomorrows, που εκδόθηκε το 1959.
4/Τέλος
 
 [......]
«Είμαι σίγουρος πως δεν το σκέφτηκες. Όμως υπήρχε εποχή, πριν από πέντε χιλιάδες χρόνια, όταν η ανθρωπότητα ήταν περιορισμένη στην επιφάνεια της Γης. Ακόμη και τότε, ο πολιτισμός του ανθρώπου είχε εξελιχθεί τεχνολογικά σε μεγάλο βαθμό και ο πληθυσμός του είχε αυξηθεί σε σημείο που κάθε τεχνολογική αποτυχία θα σήμαινε μαζικό λιμό και ασθένειες. Για να διατηρήσουν το τεχνολογικό επίπεδο και να το εξελίξουν εν όψει ενός αυξανόμενου πληθυσμού, έπρεπε να εκπαιδεύονται όλο και περισσότεροι τεχνικοί και επιστήμονες και, εν τούτοις, καθώς προόδευε η επιστήμη, χρειαζόταν όλο και περισσότερος χρόνος για την εκπαίδευσή τους.
»Καθώς επιτεύχθηκαν τα πρώτα διαπλανητικά ταξίδια και αργότερα τα διαστρικά, το πρόβλημα οξύνθηκε περισσότερο. Ουσιαστικά, η πραγματική αποίκηση πλανητών άλλων ηλιακών συστημάτων ήταν αδύνατη για περίπου χίλια πεντακόσια χρόνια εξαιτίας έλλειψης επαρκώς εκπαιδευμένων ανθρώπων.
»Το αποφασιστικό σημείο ήρθε όταν πραγματοποιήθηκε η επεξεργασία του μηχανισμού αποθήκευσης γνώσεων μέσα στον εγκέφαλο. Μετά απ’ αυτό, κατέστη δυνατό να επινοήσουν εκπαιδευτικές ταινίες που τροποποιούσαν τον μηχανισμό σε τρόπο ώστε να εμφυτεύουν μέσα στο μυαλό ένα σώμα από ετοιμοπαράδοτες γνώσεις, ούτως ειπείν.
»Κι εφόσον έγινε αυτό, υπήρξαν διαθέσιμοι χιλιάδες ή και εκατομμύρια εκπαιδευθέντων, και έτσι μπορέσαμε να ξεκινήσουμε αυτό που είπε κάποιος Το Γέμισμα του Σύμπαντος. Τώρα υπάρχουν χίλιοι πεντακόσιοι κατοικημένοι πλανήτες στον Γαλαξία και άλλοι ακατοίκητοι, ων ουκ εστίν αριθμός.
»Βλέπεις τι γίνεται τώρα; Η Γη εξάγει εκπαιδευτικές ταινίες για επαγγέλματα χαμηλής ειδίκευσης και έτσι κρατάει ενοποιημένο τον γαλαξιακό πολιτισμό. Για παράδειγμα, οι ταινίες ανάγνωσης εξασφαλίζουν μια μοναδική γλώσσα για όλους μας. Μην εκπλήσσεσαι τόσο, κι άλλες γλώσσες είναι υπαρκτές που μιλιούνταν στο παρελθόν. Εκατοντάδες.
»Η Γη επίσης εξάγει επαγγελματίες υψηλής ειδίκευσης διατηρώντας έτσι τον πληθυσμό της σε ανεκτά επίπεδα. Κι επειδή όλοι αυτοί φεύγουν σε ισορροπημένες ποσοστώσεις ως προς τα δύο φύλα, ενεργούν ως αυτοπαραγωγικές μονάδες και συμβάλλουν στην αύξηση των πληθυσμών στους εξωδιαστημικούς κόσμους, όπου μια τέτοια αύξηση είναι αναγκαία. Επιπλέον, σε αντάλλαγμα των ταινιών και του προσωπικού, εμείς παίρνουμε πρώτες ύλες που τόσο πολύ χρειαζόμαστε και απ’ τις οποίες εξαρτιέται η οικονομία μας. Καταλαβαίνεις τώρα γιατί η Παιδεία μας είναι ο καλύτερος τρόπος;»
«Μάλιστα, κύριε».
«Σε βοήθησε να κατανοήσεις πως χωρίς αυτήν η διαστρική αποίκηση ήταν αδύνατη για χίλια πεντακόσια χρόνια;»
«Μάλιστα, κύριε».
«Τώρα μπορείς να εκτιμήσεις τη χρησιμότητα της ιστορίας», συμπλήρωσε χαμογελώντας ο Ιστορικός. «Και τώρα αναρωτιέμαι αν καταλαβαίνεις γιατί ενδιαφέρομαι για σένα»
Ο Τζορτζ προσγειώθηκε χωροχρονικά απότομα πίσω στη πραγματικότητα. Προφανώς ο Ινγκενέσκου δεν μιλούσε άσκοπα. Όλη αυτή η διάλεξη ήταν σχέδιο να τον επιτεθεί από μια διαφορετική γωνία. Με κάποια συστολή και διστακτικότητα τον ρώτησε: «Γιατί;»
«Οι κοινωνικοί επιστήμονες ή καλύτερα κοινωνιολόγοι, καταγίνονται με κοινωνίες οι οποίες αποτελούνται από ανθρώπους».
«Κατανοητό».
«Αλλά οι άνθρωποι δεν είναι μηχανές. Οι επαγγελματίες των φυσικών επιστημών δουλεύουν με μηχανές. Υπάρχει ένα περιορισμένο ποσό γνώσεων σχετικά με τις μηχανές και οι επαγγελματίες είναι απόλυτοι κάτοχοι αυτών των γνώσεων. Προσέτι, όλες οι μηχανές ορισμένου είδους είναι λίγο πολύ ίδιες κι έτσι δεν παρουσιάζουν κανένα ατομικό ενδιαφέρον. Οι άνθρωποι, όμως, α! – είναι τόσο περίπλοκοι και τόσο διαφορετικοί ο ένας από τον άλλο που ένας κοινωνιολόγος ποτέ δεν μπορεί να μάθει όσα θέλει να ξέρει, ούτε καν ν’ αποκομίσει ένα κομμάτι γνώσης γι’ αυτούς. Για να κατανοήσει την ειδικότητά του πρέπει να βρίσκεται σε αέναη μελέτη των ανθρώπων, ιδιαίτερα δε ασυνήθιστων δειγμάτων».
«Σαν κι εμένα», είπε ο Τζορτζ άχρωμα.
«Δε θα σε έλεγα δείγμα, υποθέτω, αλλά είσαι ασυνήθιστος. Αξίζει να σε μελετήσει κανείς, και εάν θα μου δώσεις αυτό το προνόμιο, τότε σ’ αντάλλαγμα, εγώ θα σε βοηθήσω, αν βρίσκεσαι σε δυσκολία κι αν μπορώ».
Το μυαλό του Τζορτζ πήρε χίλιες στροφές. – Όλη αυτή η συζήτηση για τους ανθρώπους και για τον αποικισμό χάρη στην Παιδεία. Ήταν σαν να έσπαζαν οι ξεραμένες του σκέψεις μέσα του και σκορπίζονταν εδώ κι εκεί χωρίς έλεος.
«Αφήστε με να βάλω σε τάξη τις σκέψεις μου», είπε βάζοντας τα χέρια του πάνω στ’ αυτιά του. Μετά τα απομάκρυνε και είπε στον Ιστορικό: «Θα μου κάνετε μια χάρη, κύριε;»
«Αν περνάει από το χέρι μου», απάντησε ο Ιστορικός σε φιλικό τόνο.
«Κι ό, τι πω σ’ αυτό το δωμάτιο θα είναι προνομιακή επικοινωνία. Το είπατε αυτό».
«Και το εννοούσα».
«Τότε κλείστε μου μια συνέντευξη με έναν αξιωματούχο από κάποιον εξωδιαστημικό κόσμο – με έναν Νοβιανό».
Ο Ινγκενέσκου τον κοίταξε σαστισμένος. «Μα, τώρα–»
«Μπορείτε να το κάνετε», είπε ο Τζορτζ. «Είστε κι εσείς ένας σημαντικός αξιωματούχος. Είδα το γεμάτο σεβασμό βλέμμα του αστυνομικού όταν του δείξατε την κάρτα σας. Αν μου αρνηθείτε, δε θα σας αφήσω να με μελετήσετε».
Ακουγόταν σαν μια ανόητη απειλή στ’ αυτιά του Τζορτζ. Μια ανίσχυρη απειλή. Φάνηκε όμως να επηρεάστηκε σημαντικά ο Ινγκενέσκου, οποίος είπε: «Είναι μια απίθανη περίπτωση. Έναν Νοβιανό τον μήνα των Ολυμπιακών – »
«Εντάξει, τότε. Πάρτε εκ μέρους μου έναν Νοβιανό στο τηλέφωνο και θα κανονίσω μόνος μου μια συνέντευξη».
«Νομίζεις πως μπορείς;»
«Είμαι βέβαιος πως μπορώ. Περιμένετε και θα δείτε».
Ο Ινγκενέσκου προσήλωσε το βλέμμα του στον Τζορτζ και μετά από σύντομη σκέψη άπλωσε το χέρι του στο εικονοτηλέφωνο. Ο Τζορτζ περίμενε, σαν μισομεθυσμένος με την αναπάντεχη προσδοκία για τη λύση του προβλήματός του και με την αίσθηση δύναμης που του έδινε. Δεν θα αποτύχαινε. Σύντομα θα γινόταν κι αυτός ένας Νοβιανός. Θα έφευγε από τη Γη θριαμβευτικά σε πείσμα του Αντονέλι και όλων των ανόητων του Ιδρύματος (λίγο έλειψε να ξεσπάσει σε δυνατά γέλια) για τους Καθυστερημένους.
Ο Τζορτζ περίμενε με λαχτάρα να ανάψει το εικονοτηλέφωνο. Θα άνοιγε ένα τηλεοπτικό παράθυρο σ’ ένα δωμάτιο από Νοβιανούς. Ένα παράθυρο σε μια ομάδα Νοβιανών που ήρθε στη Γη. Σε εικοσιτέσσερις ώρες είχε κατορθώσει τόσα πολλά.
Ακούστηκε ένα ξέσπασμα γέλιου καθώς η οθόνη καθάρισε και απέκτησε οπτική ευκρίνεια, όμως προς στιγμήν κανένα άτομο δεν γινόταν ορατό αλλά μάλλον περαστικές σκιές ανδρών και γυναικών, εδώ κι εκεί. Ακούστηκε μια καθαρή φωνή πάνω από την οχλοβοή.
«Ο Ινγκενέσκου; Με θέλει;»
Και κατόπιν, εμφανίστηκε κοιτάζοντας από την οθόνη ένας Νοβιανός. Ένας γνήσιος Νοβιανός. (Ο Τζορτζ δεν είχε την παραμικρή αμφιβολία. Είχε μια εξωδιαστημική αύρα γύρω του. Κάτι που δεν μπορούσες εντελώς να προσδιορίσεις, αλλά ούτε και για μια στιγμή να μην το καταλάβεις).
Είχε μελαψό δέρμα και μαύρα κυματιστά μαλλιά κτενισμένα προσεκτικά προς τα πίσω από το μέτωπό του. Στο πρόσωπό του έτρεφε ένα μαύρο μουστακάκι και ένα μυτερό μούσι, εξίσου μαύρο, που μετά βίας κάλυπτε το κάτω άκρο του στενού πηγουνιού του. Το υπόλοιπο πρόσωπο ήταν τόσο λείο που έμοιαζε σαν να είχε κάνει μόνιμη αποτρίχωση.
Χαμογελούσε. «Λάντισλας, αυτό παραπάει. Ανεχόμαστε να μας κατασκοπεύεις ελεύθερα, μέσα σε λογικά πλαίσια, κατά τη διαμονή μας στη Γη, αλλά να διαβάσεις και τις σκέψεις μας, τούτο πια ξεπερνά τα όρια».
«Να διαβάζω τις σκέψεις σας, Εντιμότατε;»
«Ομολόγησέ το! Ήξερες ότι επρόκειτο να σε καλέσω απόψε. Ήξερες πως θα το έκανα μόνο αφού τελείωνα αυτό το ποτό». Έκανε ένα βήμα προς τα μπρος και τους κοίταξε μέσα από ένα ποτήρι με ένα αμυδρά βιολετί ποτό. «Λυπάμαι που δεν μπορώ να σε κεράσω ένα».
Ο Τζορτζ, εκτός εμβέλειας του εικονοτηλεφώνου, δεν ήταν ορατός στον Νοβιανό. Και τούτο τον ανακούφιζε. Ήθελε να προετοιμαστεί κατάλληλα, πράγμα που αδήριτα χρειαζόταν. Κι έδειχνε σαν να αποτελούταν αποκλειστικά από αμέτρητα ανήσυχα δάκτυλα που συνέχεια έπαιζαν πάνω σε μια επιφάνεια.
Είχε όμως δίκιο. Δεν είχε κάνει λάθος. Ο Ινγκενέσκου ήταν σημαντικός. Ο Νοβιανός τον φώναζε με το μικρό του όνομα.
Ωραία! Τα πράγματα ήταν σε καλό δρόμο. Ό, τι έχασε ο Τζορτζ με τον Αντονέλι, θα το αναπλήρωνε με το παραπάνω με τον Ινγκενέσκου. Και κάποια μέρα, όταν θα ήταν κύριος του εαυτού του, θα επέστρεφε στη Γη σαν ένας ισχυρός Νοβιανός, σαν αυτόν εδώ που ανέμελα καλούσε τον Ινγκενέσκου με το μικρό του κι έκανε αστειάκια μαζί του, και θα τον αποκαλούσαν Εντιμότατο  - όταν λοιπόν θα επέστρεφε, θα κανόνιζε και τον Αντονέλι. Είχε ενάμιση χρόνο να ξεπληρώσει και –
Παρά λίγο να χάσει την ισορροπία του στο χείλος της ονειροπόλησής του και γύρισε απότομα πίσω στην πραγματικότητα ανησυχώντας μη χάσει τον μίτο των όσων ήθελε να πει.
Ο Νοβιανός συνέχισε να λέει, « – δεν ευσταθεί. Η Νόβια έχει έναν πολιτισμό εξίσου περίπλοκο και προηγμένο με τη Γη. Στο κάτω- κάτω δεν είμαστε Ζέστον. Είναι γελοίο να ερχόμαστε εδώ για να στρατολογούμε τεχνικούς».
Ο Ινγκενέσκου του απάντησε εφησυχαστικά, «Μόνο για καινούργιους. Δεν υπάρχει ποτέ καμιά βεβαιότητα ότι θα χρειαστούν καινούργια μοντέλα. Να αγοράσετε τις Εκπαιδευτικές ταινίες θα σας κόστιζε το ίδιο με το να στρατολογήσετε χίλιους τεχνικούς και πώς θα ξέρετε ότι χρειάζεστε τόσους;»
Ο Νοβιανός αποτελείωσε με μιας ό, τι έμεινε από το ποτό του και γέλασε. (Τούτο δυσαρέστησε κάπως τον Τζορτζ. Δεν περίμενε ένας Νοβιανός να είναι τόσο επιπόλαιος. Αναρωτήθηκε με ανησυχία αν ίσως θα έπρεπε ο Νοβιανός να είχε παραλείψει εκείνο το ποτό κι ακόμη το πρώτο ή το δεύτερο πριν από εκείνο).
Ο Νοβιανός συνέχισε να λέει: «Αυτό που λες είναι μια χαρακτηριστική υποκριτική ηθικολογία, Λάντισλας. Ξέρεις καλά πως χρειαζόμαστε όλα τα πρόσφατα μοντέλα. Σήμερα το απόγευμα επέλεξα πέντε Μεταλλουργούς – »
«Ξέρω», είπε ο Ινγκενέσκου. «Εκεί ήμουν».
«Να με παρακολουθείς! Να με κατασκοπεύεις!» ξεφώνισε ο Νοβιανός. «Θα σου πω περί τίνος πρόκειται. Οι καινούριοι Μεταλλουργοί που πήρα διαφέρουν από τους προηγούμενους μόνο στη χρήση των φασματογράφων Μπίμαν. Οι ταινίες δεν μπορούσαν να τροποποιηθούν ούτε τόσο δα» (ύψωσε δυο δάχτυλα κολλημένα μαζί) «από τον περυσινό τύπο. Εισάγετε τα νέα μοντέλα μόνο και μόνο να μας αναγκάσετε ν’ αγοράζουμε και να ερχόμαστε εδώ, ταπεινοί επαίτες».
«Δε σας λέμε ν’ αγοράσετε ντε και καλά».
«Όχι , αλλά πουλάτε τεχνικούς τελευταίου τύπου στο Λάντονουμ κι έτσι εμείς αναγκαζόμαστε να μη μένουμε πίσω. Μας έχετε βάλει πάνω σ’ ένα καρουζέλ – σ’ ένα φαύλο κύκλο – εσείς οι ευσεβείς Γήινοι, αλλά φυλαχτείτε, κάπου θα υπάρχει μια διέξοδος». Το γέλιο του έδειχνε κάποιο θυμό και σταμάτησε πιο σύντομα απ’ όσο θα περίμενε κανείς.
«Με κάθε ειλικρίνεια», απάντησε ο Ινκγκενέσκου, «σου εύχομαι να υπάρχει. Τώρα όσο για το σκοπό της κλήσης μου –»
«Ναι, πράγματι, εσύ κάλεσες. Ε, λοιπόν, είπα όσα είχα να πω και υποθέτω του χρόνου θα υπάρχει καινούριος τύπος Μεταλλουργού, τέλος πάντων, για τον οποίο θα δώσουμε τα ωραία μας λεφτά και άλλα αγαθά, ίσως με κάποιο καινούριο επινόημα για τον υπολογισμό του νιοβίου και τίποτα άλλο μέχρι το μεθεπόμενο έτος – αλλά έλα, τι είναι αυτό που θέλεις;»
«Έχω μαζί μου έναν νεαρό που επιθυμεί να σου μιλήσει».
«Ω;» Ο Νοβιανός δεν έδειξε και πολύ ευχαριστημένος μ’ αυτό. «Σχετικά με τι;»
«Δεν ξέρω. Δεν μου έχει πει. Για να είμαι ειλικρινής δε μου είπε ούτε το όνομα ούτε το επάγγελμά του».
Ο Νοβιανός συνοφρυώθηκε. «Τότε γιατί χαραμίζεις τον χρόνο μου;»
«Είναι εντελώς πεπεισμένος ότι θα σας ενδιαφέρει αυτό που θα σας πει».
«Και πολύ καλά θα κάνει».
«Και», πρόσθεσε ο Ινγκενέσκου, «σαν μια προσωπική μου χάρη».
Ο Νοβιανός ανασήκωσε τους ώμους του. «Φέρ’ τον στην οθόνη και πες του να είναι σύντομος».
Ο Ινγκενέσκου έκανε στην άκρη και ψιθύρισε στο αυτί του Τζορτζ, «αποκάλεσέ τον Εντιμότατε».
Ο Τζορτζ ξεροκατάπιε με δυσκολία. Αυτό ήταν. Ένιωσε να τον λούζει ιδρώτας. Η σκέψη είχε έρθει τελευταία, κι όμως ήταν μέσα του σιγουρεμένη. Η γένεσή της είχε αρχίσει να σχηματίζεται όταν μιλούσε με τον Τρεβέλιαν, και όλα είχαν ζυμωθεί στο μυαλό του, φούσκωσαν και πήραν μορφή ενώ ο Ινγκενέσκου φλυαρούσε, και μετά τις παρατηρήσεις του Νοβιανού του ίδιου, στερεώθηκαν εκεί που έπρεπε.
«Εντιμότατε», άρχισε να λέει ο Τζορτζ, «έρχομαι να σας δείξω τη διέξοδο από το καρουζέλ».
Σκοπίμως υιοθέτησε τη μεταφορά του ίδιου του Νοβιανού.
Ο Νοβιανός τον κοίταξε με σοβαρότητα. «Ποιο καρουζέλ;»
«Εσείς ο ίδιος το αναφέρατε, Εντιμότατε. Το καρουζέλ, δηλαδή ο φαύλος κύκλος στον οποίο εμπλέκεται η Νόβια όταν έρχεστε στη Γη για να – επιλέξετε τεχνικούς» (Με δυσκολία κρατούσε τα δόντια του να μη χτυπάνε, όχι από φόβο αλλά από έξαψη).
«Δηλαδή, θες να πεις ότι ξέρεις κάποιον τρόπο με τον οποίο θα αποφύγουμε να χρηματοδοτούμε την πνευματική υπεραγορά της Γης; Αυτό λες;»
«Μάλιστα, κύριε. Μπορείτε να ελέγξετε το δικό σας εκπαιδευτικό σύστημα».
«Χμ, χωρίς ταινίες;»
«Μ-μάλιστα, Εντιμότατε».
Ο Νοβιανός, χωρίς να πάρει τα μάτια του από τον Τζορτζ, φώναξε, «Ινγκενέσκου, για έλα κι εσύ να σε βλέπω».
Ο Ιστορικός πήρε θέση πάνω από τον ώμο του Τζορτζ για να γίνει κι αυτός ορατός.
«Τι είναι όλο αυτό;», ρώτησε ο Νοβιανός, «δεν μπορώ να καταλάβω».
«Σας διαβεβαιώνω με κάθε σοβαρότητα», απάντησε ο Ινγκενέσκου, «ό,τι γίνεται, είναι με την πρωτοβουλία του νεαρού, Εντιμότατε. Εγώ δεν του ενέπνευσα τίποτε. Δεν έχω καμιά σχέση με το θέμα».
«Τότε λοιπόν τι σου είναι ο νεαρός; Γιατί με κάλεσες εκ μέρους του;»
Ο Ινγκενέσκου απάντησε: «Είναι αντικείμενο μελέτης, Εντιμότατε. Έχει αξία για μένα και του κάνω την χάρη».
«Τι είδους αξία;»
Είναι δύσκολο να σας εξηγήσω. Είναι ζήτημα του επαγγέλματός μου».
Ο Νοβιανός έβγαλε ένα σύντομο γέλιο. «Καθένας με την τέχνη του». Ύστερα ένευσε σ’ ένα αόρατο άτομο ή άτομα έξω από την εμβέλεια της οθόνης.
«Είναι εδώ ένας νεαρός, προστατευόμενος του Ινγκενέσκου, ή κάτι τέτοιο, ο οποίος θα μας εξηγήσει πώς να εκπαιδεύουμε χωρίς ταινίες». Χτύπησε τα δάκτυλά του και εμφανίστηκε ένα άλλο ποτήρι μ’ ένα ανοιχτόχρωμο ποτό στο χέρι του. «Λοιπόν, νεαρέ μου;»
Τα πρόσωπα στην οθόνη πολλαπλασιάστηκαν τώρα. Άντρες και γυναίκες συνωστίστηκαν για να δουν τον Τζορτζ, με τα πρόσωπά τους να δείχνουν ποικίλες εκφράσεις ιλαρότητας και περιέργειας.
Ο Τζορτζ προσπάθησε να φανεί περιφρονητικά απαθής. Όλοι τους, με τον δικό τους τρόπο, Νόβιοι καθώς κι ο Γήινος, τον ‘μελετούσαν’ λες και ήταν ένα έντομο περασμένο σε καρφίτσα. Ο Ινγκενέσκου καθόταν σε μια γωνιά, τώρα, και τον παρατηρούσε με βλέμμα κουκουβάγιας.
Ανόητοι, σκέφτηκε σφιγμένος, όλοι σας. Αλλά θα έπρεπε να καταλάβουν. Να τους δώσει να καταλάβουν.
Συνέχισε: «Ήμουν στον αγώνα των Μεταλλουργών σήμερα το απόγευμα».
Κι εσύ;» είπε ο Νοβιανός με μειλίχιο τόνο. «Φαίνεται πως όλη η Γη ήταν παρούσα».
«Όχι όλη, Εντιμότατε, αλλά εγώ ήμουν. Είχα ένα φίλο που έλαβε μέρος αλλά τα πήγε πολύ άσχημα επειδή εσείς χρησιμοποιήσατε μηχανήματα Μπίμαν. Η εκπαίδευσή του περιλάμβανε μόνο Χενσλερ, προφανώς έναν παρωχημένο τύπο. Όπως είπατε, η τροποποίηση που χρειαζόταν ήταν πολύ μικρή, τόση δα». Ο Τζορτζ σήκωσε δυο δάχτυλα κολλημένα μαζί μιμούμενος συνειδητά την προηγούμενη χειρονομία του άλλου. «Και ο φίλος μου ήξερε προκαταβολικά εδώ και καιρό ότι θα απαιτούσατε μηχανήματα Μπίμαν.»
«Και τούτο τι σημασία έχει;»
«Ο φίλος μου είχε φιλοδοξία ζωής να προκριθεί για τη Νόβια. Ήδη ήταν ειδικευμένος στα Χένσλερ. Έπρεπε όμως να μάθει και τα Μπίμαν για να κριθεί κατάλληλος και τούτο το ήξερε. Για να μάθει τα Μπίμαν θα χρειαζόταν απλά λίγα μόνο περισσότερα στοιχεία, λίγα πιο πολλά δεδομένα, και λίγη ίσως εξάσκηση. Με τη φιλοδοξία του να βαραίνει στην ζυγαριά, θα μπορούσε να το κατορθώσει –»
«Και πού θα εύρισκε μια ταινία για τα επιπρόσθετα στοιχεία και δεδομένα; Ή μήπως η Παιδεία εδώ στη Γη έγινε ιδιωτική υπόθεση για κατ’ οίκον μελέτη;»
«Ακούστηκε ένα γέλιο στο βάθος από τα υπόλοιπα άτομα που θεωρούσαν καθήκον τους να χαϊδέψουν τ’ αυτιά του ομιλούντος.
Ο Τζορτζ συνέχισε: «Να γιατί δεν έμαθε, Εντιμότατε. Νόμισε πως χρειαζόταν ταινία. Ούτε κατά διάνοια σκέφτηκε να προσπαθήσει χωρίς ταινία, με κάθε κόστος. Δε θέλησε να προσπαθήσει χωρίς ταινία».
«Δε θέλησε, ε; πιθανόν είναι ο τύπος του ανθρώπου που θα ήθελε να πετάξει χωρίς αεροταξί».
Ακούστηκαν κι άλλα γέλια, και ο Νοβιανός καταδέχτηκε να χαμογελάσει καλοσυνάτα λέγοντας: «Ο φιλαράκος έχει πλάκα. Συνέχισε, σου δίνω λίγα ακόμη λεπτά».
Ο Τζορτζ είπε σφιγμένος: «Μην το παίρνετε σαν αστείο. Οι ταινίες είναι στην πραγματικότητα κακές. Σου έχουν μάθει πιο πολλά απ’ όσα πρέπει. Παραείναι ανώδυνες. Κάποιος που μαθαίνει μ’ έναν συγκεκριμένο τρόπο δεν ξέρει να μαθαίνει μ’ οποιονδήποτε άλλον. Έχει παγώσει στο σημείο που έχει υποστεί την εμφύτευση. Από την άλλη μεριά, εάν κάποιος δεν μάθαινε με ταινίες αλλά αναγκαζόταν να μάθει χειρονακτικά, θα έλεγε κανείς, από την αρχή. Τότε θα αποκτούσε τη συνήθεια να μαθαίνει και θα συνέχιζε να μαθαίνει. Δεν ακούγεται λογικό; »Εφόσον η συνήθεια αυτή αναπτυχθεί κι εξελιχθεί, το άτομο θα αποκτά μια μικρή ποσότητα γνώσεων μέσω ταινιών, ίσως να γεμίσει τα κενά και να βελτιώσει λεπτομέρειες. Μετά όμως μπορεί να κάνει περαιτέρω πρόοδο μόνος του. Άρα, μπορείτε να παραγάγετε Μεταλλουργούς τύπου Μπίμαν από Μεταλλουργούς τύπου Χένσλερ με τη μέθοδο αυτή και να μη χρειάζεται να έρχεστε στη Γη για καινούρια μοντέλα».
Ο Νοβιανός ένευσε και ρούφηξε μια γουλιά από το ποτό του. «Και πού αποκτά κάποιος γνώση χωρίς ταινίες; Από το διαστρικό κενό;»
«Από βιβλία. Με τη μελέτη των ίδιων των οργάνων. Με τη σκέψη».
«Βιβλία; Πώς μπορεί κανείς να καταλάβει τα βιβλία χωρίς Παιδεία;»
«Τα βιβλία είναι γραμμένα με λέξεις. Οι λέξεις γίνονται κατανοητές στο μεγαλύτερό τους μέρος. Λέξεις ειδικευμένης ορολογίας θα εξηγούνται από τους τεχνικούς που ήδη έχετε».
«Και για την ανάγνωση; Θα επιτρέπονται ταινίες ανάγνωσης;»
«Οι ταινίες ανάγνωσης είναι εντάξει. Υποθέτω, αλλά δεν αποκλείεται η μάθηση ανάγνωσης με τον παλιό τρόπο επίσης. Τουλάχιστον, εν μέρει».
Ο Νοβιανός ρώτησε συνεχίζοντας: «Για να αναπτύξεις καλές συνήθειες από την αρχή;»
«Ναι, ναι», απάντησε ο Τζορτζ αναθαρρώντας. Ο άνθρωπος άρχισε να καταλαβαίνει.
«Και με τα μαθηματικά;»
«Αυτό είναι το ευκολότερο πράγμα απ’ όλα, κύριε – Εντιμότατε. Τα μαθηματικά είναι διαφορετικά από τα άλλα τεχνικά μαθήματα. Ξεκινούν με ορισμένες απλές αρχές και προχωρούν σταδιακά. ΜΠΟΡΕΙΣ ν’ αρχίσεις με τίποτε και να μάθεις. Τα μαθηματικά έχουν σχεδιαστεί για το σκοπό αυτό. Κατόπιν, άπαξ και κατανοήσεις τους σωστούς τύπους των μαθηματικών, κι άλλα τεχνικά βιβλία γίνονται πολύ κατανοητά. Ιδίως αν αρχίσεις με τα εύκολα».
«Και υπάρχουν εύκολα βιβλία;»
«Ασφαλώς. Κι αν ακόμη δε θα υπήρχαν, οι τεχνικοί που έχετε μπορούν να προσπαθήσουν να γράψουν εύκολα βιβλία. Μερικοί απ’ αυτά θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν τη γνώση των τεχνικών με λέξεις και σύμβολα».
«Θεέ και Κύριε», είπε ο Νοβιανός στον κόσμο που μαζεύτηκαν γύρω του. «Τούτος ο διαβολάκος έχει έτοιμες απαντήσεις για όλα».
«Έχω, έχω» ξεφώνισε ο Τζορτζ. «Ρωτήστε με».
«Εσύ έχεις δοκιμάσει να μάθεις από βιβλία; Ή ό, τι λες είναι απλά μια δική σου θεωρίας;»
Ο Τζορτζ γύρισε να δει τον Ινγκενέσκου, αλλά ο Ιστορικός παρέμεινε απαθής. Το πρόσωπό του δεν έδειχνε τίποτε εκτός από ένα καλοσυνάτο ενδιαφέρον.
Ο Τζορτζ απάντησε: «Έχω δοκιμάσει».
«Και  το βρίσκεις πως έχει αποτελέσματα;»
«Μάλιστα, Εντιμότατε», είπε ο Τζορτζ μ’ ενθουσιασμό. «Πάρτε με μαζί σας στη Νόβια. Μπορώ να σας καταστρώσω ένα πρόγραμμα και να διευθύνω–»
«Μη βιάζεσαι. Έχω να σου κάνω μερικές ακόμη ερωτήσεις. Πόσο χρόνο υποθέτεις πως θα χρειαστείς να γίνεις ένας Μεταλλουργός ικανός να χειρίζεσαι ένα μηχάνημα Μπίμαν, ξεκινώντας απ’ το μηδέν και χωρίς εκπαιδευτικές ταινίες;»
Ο Τζορτζ κοντοστάθηκε. «Να σας πω – ίσως χρόνια».
«Δυο χρόνια; Πέντε; Δέκα;»
«Δεν μπορώ να ξέρω, Εντιμότατε».
«Λοιπόν, να μια ερώτηση ζωτικής σημασίας για την οποία δεν έχεις απάντηση, έχεις; Να πούμε πέντε χρόνια; Φαίνεται ένα λογικό διάστημα;»
«Υποθέτω πως ναι».
«Εντάξει, λοιπόν. Ας υποθέσουμε ότι έχουμε έναν τεχνικό που σπουδάζει μεταλλουργία με τη δική σου τη μέθοδο για πέντε χρόνια. Κατά τη διάρκεια αυτή, ομολογουμένως, δεν μας παρέχει καμιά ωφέλεια, αλλά θα πρέπει να φάει να στεγαστεί και να πληρώνεται όλον αυτόν τον καιρό».
«Ναι, αλλά – »
«Άσε με να τελειώσω. Όταν τελειώσει τις σπουδές του και είναι ικανός να χειρίζεται Μπίμαν, θα έχουν περάσει πέντε χρόνια. Δεν σου περνάει από το νου πως σ’ αυτό το μεταξύ εμείς θα έχουμε τροποποιήσει τα Μπίμαν κι αυτός τότε δε θα είναι σε θέση να τα χειρίζεται;»
«Μέχρι τότε, όμως, αυτός θα είναι εμπειρότατος στο να μαθαίνει. Θα είναι γι’ αυτόν θέμα ημερών να μάθει τις καινούριες λεπτομέρειες».
«Έτσι λες. Και ας υποθέσουμε πως αυτός ο φίλος σου, για παράδειγμα, έχει μελετήσει τα Μπίμαν μόνος του και κατόρθωσε να τα μάθει. Θα ήταν τόσο έμπειρος στο χειρισμό τους όσο ένας ανταγωνιστής του που έμαθε από ταινίες;»
«Ίσως όχι –» απάντησε ο Τζορτζ.
«Α», έκανε ο Νοβιανός.
«Μια στιγμή, παρακαλώ, να τελειώσω. Ακόμη κι αν δεν ξέρει κάτι το ίδιο καλά, είναι η ικανότητά του να μαθαίνει περισσότερα που έχει σημασία. Μπορεί να έχει την ικανότητα να επινοεί πράγματα, καινούρια πράγματα που κανείς εκπαιδευμένος με ταινίες θα μπορούσε. Θα έχετε μια δεξαμενή πρωτότυπων στοχαστών – »
«Όσον αφορά στη δική σου μελέτη», είπε ο Νοβιανός, «έχεις επινοήσει καινούρια πράγματα;»
«Όχι, αλλά είμαι απλά κάποιος που δεν έχει ασχοληθεί αρκετά – »
«Μάλιστα. – Λοιπόν, κυρίες και κύριοι, διασκεδάσαμε αρκετά;»
«Περιμένετε», ξεφώνισε ο Τζορτζ, ξαφνικά πανικοβλημένος. «Θέλω να κανονίσω μια προσωπική συνέντευξη. Υπάρχουν πράγματα που δεν μπορώ να σας εξηγήσω από το εικονοτηλέφωνο. Υπάρχουν λεπτομέρειες – »
Ο Νοβιανός πήρε το βλέμμα του από τον Τζορτζ. «Ινγκενέσκου! Νομίζω πως σου έκανα τη χάρη. Τώρα, πράγματι, έχω ένα βαρύ πρόγραμμα για αύριο. Να είσαι καλά!»
Η οθόνη σκοτείνιασε.
Τα χέρια του Τζορτζ τινάχτηκαν προς την οθόνη, λες και μ’ αυτή του την αυθόρμητη κίνηση θα έφερνε την εικόνα πίσω. «Δε με πίστεψε. Δε με πίστεψε», φώναξε.
«Όχι, Τζορτζ», είπε ο Ινγκενέσκου, «νόμισες πως θα σε πίστευε;»
Ο Τζορτζ ούτε καν που τον άκουγε. «Μα γιατί όχι; Είναι όλα πραγματικά. Είναι όλα προς όφελός του. Δεν διακινδυνεύει τίποτε. Δουλεύοντας εγώ μαζί με λίγο προσωπικό – καμιά δεκαριά άντρες να εκπαιδεύονται για κάποια χρόνια θα του στοίχιζαν λιγότερο απ’ όσο ένας τεχνικός. – Ήταν πιωμένος! Πιωμένος! Δεν καταλάβαινε».
Ο Τζορτζ κοίταξε τριγύρω του με κομμένη την ανάσα. «Πώς μπορώ να τον βρω. Πρέπει να τον βρω. Έκανα λάθος που χρησιμοποίησα το εικονοτηλέφωνο. Χρειάζομαι χρόνο. Εκ του σύνεγγυς. Πώς μπορώ – »
«Δε θα θέλει να σε δει, Τζορτζ. Ακόμη κι αν σ’ έβλεπε, δε θα σε πίστευε», απάντησε ο Ινγκενέσκου.
«Θα με δει, σας λέω. Όταν είναι νηφάλιος, θα –». Γύρισε απότομα αντικρίζοντας κατά πρόσωπο τον Ιστορικό με διάπλατα μάτια. «Γιατί με είπατε Τζορτζ
«Αυτό δεν είναι το όνομά σου; Τζορτζ Πλάτεν
«Με ξέρετε;»
«Το κάθε τι για σένα».
Ο Τζορτζ έμεινε σύξυλος ενώ το στήθος ανεβοκατέβαινε σαν αντλία ασθμαίνοντας.
Ο Ινγκενέσκου συνέχισε: «Θέλω να σε βοηθήσω, Τζορτζ. Σου είπα πως είσαι αντικείμενο μελέτης μου και θέλω να σε βοηθήσω».
«Δε χρειάζομαι τη βοήθειά σου», ούρλιαξε ο Τζορτζ. «Δεν είμαι διανοητικά καθυστερημένος. Ο κόσμος όλος μπορεί να είναι, εγώ όμως όχι. Γύρισε σαν σίφουνας και όρμησε σαν τρελός προς την πόρτα. Την άνοιξε βίαια και τότε σηκώθηκαν ξαφνικά δύο εν υπηρεσία αστυνομικοί που φρουρούσαν το δωμάτιο και τον ακινητοποίησαν. Παρόλη τη σθεναρή του αντίσταση, ο Τζορτζ ένιωσε το υποδερμικό σπρέι στο σαρκώδες σημείο ακριβώς κάτω από το σαγόνι του και όλα σκοτείνιασαν. Το τελευταίο πράγμα που χαράχτηκε στη μνήμη του ήταν το πρόσωπο του Ινγκενέσκου που τον κοίταζε μ’ ένα καλοσυνάτο ενδιαφέρον.
Ο Τζορτζ άνοιξε τα μάτια του αντικρίζοντας τη λευκότητα ενός άσπρου ταβανιού. Θυμήθηκε αμέσως τι είχε συμβεί. Τα θυμήθηκε όλα σαν κάτι μακρινό σαν να είχαν συμβεί σε κάποιον άλλο. Συνέχιζε να κοιτάζει έντονα το ταβάνι μέχρι που η λευκότητά του γέμισε τα μάτια του και ξέπλυνε το μυαλό του, αφήνοντας εμφανώς χώρο μόνο για καινούριες ιδέες και νέο τρόπο σκέψεως. Δεν είχε ιδέα πόσο χρόνο βρισκόταν εκεί ακολουθώντας την ξέφρενη πορεία των σκέψεών του.
Άκουσε μια φωνή στο αυτί του. «Είσαι ξυπνητός;»
Ο Τζορτζ άκουσε το δικό του βογκητό για πρώτη φορά. Βογκούσε στ’ αλήθεια; Προσπάθησε να γυρίσει το κεφάλι του. Η φωνή συνέχισε: «Πονάς, Τζορτζ;»
Ο Τζορτζ ψιθύρισε: «Περίεργο. Ανυπομονούσα τόσο να φύγω από τη Γη. Δεν κατάλαβα τι έγινε».
«Ξέρεις πού βρίσκεσαι;»
«Πίσω στον – Οίκο». Ο Τζορτζ κατόρθωσε να γυρίσει. Η φωνή ήταν του Ομάνι. Ο Τζορτζ επανέλαβε: «Περίεργο. Δεν κατάλαβα τι έγινε».
Ο Ομάνι χαμογέλασε με καλοσύνη: «Έλα, κοιμήσου ξανά».
Κι ο Τζορτζ κοιμήθηκε. Όταν ξύπνησε το μυαλό του ήταν λαμπικαρισμένο. Ο Ομάνι καθόταν στην άκρη του κρεβατιού διαβάζοντας και παράτησε το βιβλίο όταν ο Τζορτζ άνοιξε τα μάτια του.
Ο Τζορτζ πάσχισε να ανασηκωθεί.
«Γεια», είπε.
«Πεινάς;»
«Σαν λύκος!» κοίταξε τον Ομάνι με περιέργεια. «Με ακολούθησαν όταν έφυγα, έτσι δεν είναι;»
Ο Ομάνι ένευσε καταφατικά. «Σε παρακολουθούσαμε όλη την ώρα. Λέγαμε να σε κατευθύνουμε προς τον Αντονέλι για να βγάλεις την επιθετικότητά σου. Πιστεύαμε πως αυτός θα ήταν ο τρόπος για να κάνεις πρόοδο. Η συγκινησιακή σου φόρτιση εμπόδιζε την εξέλιξή σου».
Ο Τζορτζ απάντησε με κάποια αμηχανία: «Τον αδίκησα τον καημένο».
«Δεν έχει σημασία τώρα. Όταν στάθηκες να κοιτάξεις στην πινακίδα της Μεταλλουργίας στο αεροδρόμιο, ένας πράκτοράς μας ανέφερε τον κατάλογο των ονομάτων. Εσύ κι εγώ είχαμε μιλήσει αρκετά για το παρελθόν σου, κι έτσι αντιλήφθηκα τη σπουδαιότητα του ονόματος του Τρεβέλιαν. Ζήτησες οδηγίες να πας στους Ολυμπιακούς. Υπήρχε η πιθανότητα ότι τούτο μπορούσε να οδηγήσει στην κρίση εκείνη για την οποία ελπίζαμε. Στείλαμε λοιπόν τον Λάντισλας Ινγκενέσκου στην αίθουσα να σε συναντήσει και ν’ αναλάβει αυτός.
«Είναι σημαντικό πρόσωπο στην κυβέρνηση, έτσι δεν είναι;»
«Βέβαια, είναι».
Και τον αναθέσατε να με αναλάβει. Τούτο με κάνει να δείχνω σπουδαίος».
«Μα είσαι σπουδαίος, Τζορτζ».
Την ώρα εκείνη έφτασε ένα παχύρρευστο βραστό που άχνιζε και μοσχοβολούσε. Ο Τζορτζ μειδίασε λαίμαργα και τράβηξε τα σεντόνια από πάνω του να ελευθερώσει τα χέρια του. Ο Ομάνι τον βοήθησε να τακτοποιήσει το τραπεζάκι πάνω στο κρεβάτι. Ο Τζορτζ έτρωγε σιωπηλά για κάποια ώρα, και κατόπιν είπε: «Ξύπνησα και πάλι εδώ πριν από λίγη ώρα».
«Το ξέρω. Εδώ ήμουν», πρόσθεσε ο Ομάνι.
«Ναι, θυμάμαι. Ξέρεις όλα άλλαξαν. Ήμουν τόσο κουρασμένος που ένιωθα κενός από συναισθήματα. Έπαψα να είμαι θυμωμένος. Μου πέρασε από το μυαλό πως μπορεί να με νάρκωσαν για να εξαλείψουν κάθε συγκίνηση».
«Δε σε νάρκωσαν», είπε ο Ομάνι. «Απλά ήσουν σε καταστολή. Ξεκουράστηκες».
«Λοιπόν, τέλος πάντων, όλα ξεκαθάρισαν μέσα μου, σαν να το ήξερα όλον τον καιρό αλλά δεν ήθελα να ακούω τον εαυτό μου. και σκέφτηκα: τι ήταν αυτό που ήθελα από τη Νόβια να μ’ αφήσει να κάνω; Ήθελα να πάω στη Νόβια και ν’ αναλάβω μια ομάδα από ανεκπαίδευτους νεαρούς και να τους διδάξω πώς να μαθαίνουν από βιβλία. Ήθελα να ιδρύσω έναν Οίκο για τους Καθυστερημένους­ – όπως εδώ – και στη Γη υπάρχουν κιόλας πολλοί».
Έλαμψαν τα άσπρα δόντια του Ομάνι καθώς χαμογέλασε. «Ινστιτούτα Ανωτάτων Σπουδών είναι το σωστό όνομα γι’ αυτά τα ιδρύματα».
«Τώρα το βλέπω καθαρά», είπε ο Τζορτζ, «είμαι κατάπληκτος που τόσο εύκολα δεν μπόρεσα να δω. Στο κάτω- κάτω ποιος εφευρίσκει τα καινούρια μοντέλα εργαλείων που τα χειρίζονται οι νέου τύπου τεχνικοί; Ποιος για παράδειγμα εφεύρε τον φασματογράφο Μπίμαν; Φαντάζομαι κάποιος που τον λένε Μπίμαν, ο οποίος δεν είχε προηγουμένως υποστεί εμφύτευση με ταινία, αλλιώς πώς μπορούσε να έχει κάνει αυτήν την καινοτομία;»
«Ακριβώς».
«Ή ποιος κατασκευάζει της εκπαιδευτικές ταινίες; Ειδικοί τεχνίτες; Κι ύστερα ποιος κάνει τις ταινίες που καταρτίζει τους προηγούμενους; Πιο καταρτισμένοι τεχνικοί; Και πάλι ποιος κάνει τις ταινίες – καταλαβαίνεις τι εννοώ. Κάπου πρέπει να υπάρχει ένα τέλος. Κάπου πρέπει να υπάρχουν άντρες και γυναίκες με ικανότητα για πρωτότυπες σκέψεις».
«Ναι, Τζορτζ».
Ο Τζορτζ ακούμπησε πίσω κοιτάζοντας πάνω από το κεφάλι του Ομάνι και για μια στιγμή στο βλέμμα του επανήλθε κάτι σαν αβεβαιότητα».
«Γιατί δεν μου το είπατε από την αρχή;»
«Ω, μακάρι να μπορούσαμε», είπε ο Ομάνι, «θα γλιτώναμε τόση φασαρία. Μπορούμε να αναλύουμε ένα μυαλό, Τζορτζ, και να πούμε πως αυτός εδώ θα γίνει ένας ικανός αρχιτέκτων ή εκείνος εκεί ένας καλός ξυλουργός. Όμως, δεν ξέρουμε κανέναν τρόπο να εντοπίσουμε τις πρωτότυπες, τις δημιουργικές σκέψεις. Είναι πολύ πολύπλοκο. Φυσικά, έχουμε εμπειρικές μεθόδους που μας επιτρέπουν να ξεχωρίζουμε άτομα που ενδέχεται να είναι ταλαντούχα.
»Τέτοια άτομα μας αναφέρονται τη Μέρα Ανάγνωσης, όπως εσύ, για παράδειγμα. Σε γενικές γραμμές, ο αριθμός τέτοιων ατόμων είναι ένα στις δέκα χιλιάδες. Μέχρι την Ημέρα της Παιδείας, αυτά τα άτομα επενελέγχονται και εννιά στα δέκα αποδεικνύονται λάθος συναγερμός. Οι υπόλοιποι στέλνονται σε ιδρύματα όπως αυτό».
«Μα, τι πειράζει να γίνει γνωστό ότι ένας στους εκατό χιλιάδες θα σταλούν σε τέτοια μέρη; Τότε δε θα υποστούν το σοκ όσοι θα το ξέρουν», ρώτησε ο Τζορτζ.
«Και οι υπόλοιποι εννιακόσιοι ενενήντα εννιά χιλιάδες; Δε θέλουμε όλοι αυτοί να θεωρούν τον εαυτό τους αποτυχημένους. Στην άγνοιά τους στοχεύουν στο ένα ή στο άλλο επάγγελμα που θα κάνουν, και θα είναι υπερήφανοι να έχουν δίπλα στο όνομά τους τον τίτλο Πιστοποιημένος. Ούτως ή άλλως, ο καθένας έχει τη θέση του μέσα στην κοινωνία, κι αυτό είναι αναγκαίο».
«Αλλά σε μας;» ρώτησε ο Τζορτζ. «Στους έναν από τις δέκα χιλιάδες, που αποτελούμε εξαίρεση, γιατί δε μας το λέτε;»
«Δεν πρέπει να το ξέρετε, γιατί πρέπει να υποστείτε την τελευταία δοκιμασία. Ακόμη κι απ’ αυτούς που επελέγησαν την Ημέρα Παιδείας και ήρθαν εδώ εννιά στους δέκα δεν αποτελούν τη στόφα της δημιουργικής μεγαλοφυΐας, κι εμείς δεν έχουμε μηχανικό τρόπο να ξεχωρίσουμε τους εννιά από τον δέκατο. Ο δέκατος πρέπει να φανεί μόνος του».
«Πώς;»
«Σας φέρνουμε εδώ στον Οίκο των Καθυστερημένων, κι εκείνος που δε θέλει να το παραδεχτεί είναι το άτομο που ζητούμε. Είναι μια σκληρή μέθοδος αλλά αλάνθαστη. Δεν αρκεί να πεις σε κάποιον μπορείς να δημιουργήσεις, κάνε το. Είναι ασφαλέστερο να περιμένεις τον ίδιο να πει,  θα δημιουργήσω είτε το θέλετε είτε όχι. Υπάρχουν δέκα χιλιάδες σαν κι εσένα, Τζορτζ, που αποτελούν τους στυλοβάτες μιας εξελιγμένης τεχνολογίας χιλίων πεντακοσίων κόσμων. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να αναλώσουμε τις προσπάθειές μας σε κάποιον που δε θα ανταποκριθεί στις προσδοκίες μας και να χάσουμε το κατάλληλο άτομο».
Ο Τζορτζ παραμέρισε το άδειο του πιάτο από μπροστά του και έφερε την κούπα καφέ στα χείλη του.
«Και τι γίνεται μ’ αυτούς που δεν – ανταποκρίνονται;»
«Τελικά υποβάλλονται σε εμφύτευση και γίνονται οι Κοινωνιολόγοι μας. Ένας τέτοιος είναι ο Ινγκενέσκου. Εγώ πάλι είμαι Πιστοποιημένος Ψυχολόγος. Σε σχέση μ’ εσένα, εμείς αποτελούμε το Δεύτερο Βαθμό, θα μπορούσα να πω».
Ο Τζορτζ τελείωσε τον καφέ του. «Ένα πράγμα ακόμη δεν καταλαβαίνω», είπε.
«Τι δεν καταλαβαίνεις;»
Ο Τζορτζ απαλλάχτηκε από τα σεντόνια και σηκώθηκε όρθιος. «Γιατί τους λένε Ολυμπιακούς;» 

ΤΕΛΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: