Δευτέρα, Ιουνίου 27, 2011

Η ΑΤΑΚΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ

Fichier:Henri-Pierre Danloux - Le supplice d'une vestale (1790).JPG

ΕΛΕΓΕΙΑ


Εστιάδες
[Μέσα στον ορυμαγδό της εκκωφαντικής μας
κατάρρευσης, το  ποίημα αυτό παίρνει τη μορφή
ενός συμβολισμού που αφορά την εθνική μας
αβελτερία. Επί δεκαετίες ο κουτοπόνηρος λαός 
εμπιστεύθηκε  το ακοίμητο φως της ύπαρξής του 
σε ανίκανους και διεφθαρμένους πολιτικούς
και τώρα , που πλάκωσε η συμφορά, 
θρηνωδεί και αγανακτεί για τα μεγαλεία
που έχασε και πλειοδοτεί σε πράξεις αγανάκτησης.]

Βαθι' άκραχτα μεσάνυχτα, τρισκότεινοι ουρανοί
παν' απ' τη Πολιτεία τη κοιμισμένη
κι άξαφνα σέρνει του Κακού το Πνεύμα μια φωνή,
-τρόμου φωνή- κι όλοι πετιούνται φοβισμένοι.

-"Έσβησ' η άσβηστη φωτιά!" κι όλοι δρομούν φορά
τυφλοί μέσα στη νύχτα να προφτάσουν,
όχι μ' ελπίδα πως μπορεί ναν' ψεύτρα η συφορά
παρά να δουν τα μάτια τους και τη χορτάσουν.

Θαρρείς νεκροί κι απάρηασαν τα μνήματ' αραχνά
σύγκαιρα ορθοί για τη στερνή τη κρίση,
κι ενώ οι ανέγνωμοι σπαρνούν μες σε κακό βραχνά
μη τύχει, τρέμουνε, κανείς και τους ξυπνήσει.

Μ' ένα μονόχνωτο αναφυλλητό σκυφτοί
προς της Εστίας το ναό τραβούνε
και μπρος στη πύλη διάπλατα τη χάλκινη ανοιχτή
ένα τα μύρια γίνονται μάτια να δούνε.

Και βλέπουν: με της γνώριμης αρχαίας των αρετής
το σχήμα τ' ανωφέλευτο ντυμένες
στον προδομένο το βωμό εμπρός γονυπετείς
τις Εστιάδες τις σεμνές, μα κολασμένες.

Το κρίμα τους εστάθηκεν άβουλη ανεμελιά
κι αραθυμιά -σαν της δικής μας νιότης!
Μα η 'Αγια η Φωτιά, μια πού 'σβησε, δε την ανάβει πλια
ανθρώπινο προσάναμμα ή πυροδότης.

Κι όσο κι αν με τις φούχτες των σκορπίζουν στα μαλλιά
με συντριβή και με ταπεινωσύνη,
του κάκου! Στη χλια χόβολη και μες στη στάχτη πλια
σπίθας ιδέα ούδ' έλπιση δεν έχει μείνει.

Κι είναι γραμμένη του χαμού η Πολιτεία, εχτός
αν πρι ο καινούργιος ήλιος ανατείλει
κάμει το θαμα του ο ουρανός και στ' άωρα της νυχτός
μακρόθυμος τον κεραυνό του στείλει.

Κι αν πέσει πάνω τους, ας πέσει! όπως ζητά
το δίκιο κι οι Παρθένες το ζητούνε,
που ιδού τες, με τα χέρια τους στα ουράνια σηκωτά
και τη ψυχή στα μάτια τους τον προσκαλούνε.
.................................................................................
Τάχα το θάμα γένηκε; -Πες μου το να στο πω,
γνώμη άβουλη, γνώμη άδικη μιας νιότης
σαν τη δικιά μας, που 'σβησεν έτσι χωρίς σκοπό
κι ακόμα ζει και ζένεται- με το σκοπό της!


Ι. Γρυπάρης (1832-1910), Σκαραβαίοι και Τερρακότες, Αθήνα, Εστία, 1928, σ. σ. 147−49.

Δεν υπάρχουν σχόλια: