Κυριακή, Μαρτίου 18, 2007

Κάνιστρο Εκλεκτής Λογοτεχνίας

"Υπομονή. Θα πήξει το δάκρυ, θα γίνει νησί."

Ε. Χ. ΓΟΝΑΤΑΣ
(Αθήνα, 1924 – Αθήνα, 2006)

Γόνος εκλεκτής οικογένειας από το Αϊβαλί, διακεκριμένος δικηγόρος.
Ιδιότυπος ποιητής και διηγηματογράφος.

Χαρακτηρίστηκε ως «λογοτέχνης του παράδοξου».
Ολιγογράφος και αδιάφορος για τη δημοσιότητα,
έγινε ευρύτερα γνωστός χάρη στο Νίκο Εγγονόπουλο,
που τον "ανακάλυψε" τη δεκαετία του Εβδομήντα.
Μολονότι αποκομμένος από το ευρύτερο λογοτεχνικό

περιβάλλον των Αθηνών, υπήρξε στενός φίλος με
τους ποιητές Μίλτο Σαχτούρη και Δημήτρη Παπαδίτσα και τους

στιλίστες πεζογράφους Ηλία Χ. Παπαδημητρακόπουλο και Νίκο Καχτίτση.
Εργογραφία
1.Ποίηση

1959 : " Η κρύπτη"

2. Διηγήματα-Αφηγήματα

1963: "Το βάραθρο"
1963: "Οι αγελάδες"
1986: " Ο φιλόξενος καρδινάλιος"
1991: "Η προετοιμασία"
2006: "Τρεις δεκάρες"

Χαρακτηριστικό των κειμένων του Γονατά είναι

η λακωνικότητα του λόγου και ο συνδυασμός στοιχείων
που εκ πρώτης όψεως φαίνονται ασυμβίβαστα μεταξύ τους.
Αυτή όμως η "παραδοξότητα" δεν είναι τίποτε άλλο παρά η
έκφραση της ίδιας της ζωής, που κατά τον ποιητή μπορεί να είναι ταυτόχρονα λογική και παράλογη .
«Δεν κατασκευάζω όνειρα. Δεν είμαι "ονειροποιός". Ό,τι γράφω, είναι βιωμένο. Και το φανταστικό στοιχείο που βλέπουν στο έργο μου είναι στην ουσία το παράλογο, έχει σχέση με τον διχασμό της πραγματικότητας.», είπε ο χαρακτηριστικά σε μια συνέντευξή του στην εφημ. Τα Νέα ( 4 Ιουνίου 1994).
Ο Γονατάς , εκτός από δημιουργικός λογοτέχνης, υπήρξε και λαμπρός μεταφραστής. Μας έδωσε μιαν "Επιλογή από τις Voces του Αντόνιο Πόρτσια" (Κρατικό Βραβείο Μετάφρασης για το 1994) καθώς και κείμενα των Γκέοργκ Kρίστοφ Λίχτενμπεργκ, Ιβάν Γκολ, Γκιστάβ Φλομπέρ, κ.ά.

Επαμεινώνδας Χ. Γονατάς
To δάσος

Ανεβαίνοντας το λόφο αντίκρισα στον ορίζοντα τις ατέλειωτες πλούσιες φυλλωσιές του δάσους, που τις λίκνιζε ο άνεμος. Δεν ένιωσα όμως καμιά δροσιά στην ψυχή μου. Φτάνοντας στην κορφή παρατήρησα πως ο λόφος κι από την άλλη μεριά ήταν ολότελα γυμνός. Σ' όλη την έκταση γύρω ούτε ένας κορμός δέντρου. Μόνο στον ουρανό πλέανε αθόρυβα τα φύλλα, τα αμέτρητα πράσινα φύλλα πού είχα δει από μακριά, σα δίχτυα κρεμασμένα πάνω απ' τα κεφάλια μας. Τρέμανε όλα μαζί στον αέρα, μα δε σκόρπιζαν, όπως τ' αστέρια, μ' όλο πού κανένα κλαδί, κανένα κοτσάνι δεν τα βαστούσε.
Δεν κρατήθηκα. "Και πώς ξεκουράζονται εκεί τα πουλιά;", είπα.
"Σ' αυτά τα δέντρα έρχονται μόνο οι σκιές των πουλιών να καθίσουν", μου εξήγησαν ήσυχα με μια φωνή οι δύο άγνωστοι που με συντροφεύαν.
"Ναί. Βλέπω", φώναξα. "Κοπάδια πουλιά κουρνιάζουν στα φυλλώματα χωρίς τα κορμιά τους".
Οι σύντροφοι μου κοιτάχτηκαν μ' απορία.
"Εσύ ποιός είσαι που μπορείς και τα βλέπεις;", γυρίζει και μου λέει ανήσυχος ο ένας. Πριν προλάβω ν' απαντήσω, σκύβει στον διπλανό του και τους ακούω που ψιθυρίζουν:
"Πώς βρέθηκε αυτός μαζί μας; Για δώσ' μου τον κατάλογο να ρίξω μιά ματιά".
"Δεν τον έχω απάνω μου. Μα τι τον ρωτάς; Αφού είδε, δικός μας θα 'ναι κι αυτός. Σ' τό 'χω ξαναπεί, να κλείνεις καλά όταν βγαίνεις".
Για πρώτη φορά τους πρόσεξα καλύτερα, τυλιγμένους στο λεπτό μενεξεδί φως του δειλινού. Φορούσαν τα ίδια ρούχα, τα ίδια πουκάμισα, τις ίδιες άσπρες γραβάτες και τα χλωμά τους πρόσωπα με το μικρό μαύρο μουστάκι ήταν ολόιδια.
"Είσαστε δίδυμοι;", τους ρώτησα.
Δε μ' απάντησαν. Έστησαν μπρος μου έναν μεγάλο καθρέφτη. Κοιτάχτηκα κι είδα πως φορούσα κι εγώ τα ίδια ρούχα, την ίδια γραβάτα και πως το πρόσωπο μου, αγνώριστο, κατακίτρινο, ήταν ίδιο κι απαράλλαχτο με το δικό τους.
Η καμπάνα σήμανε μακριά. Με πήραν απ' το χέρι κι αρχίσαμε να κατεβαίνουμε αμίλητοι τη χωματένια σκάλα. Ψηλά από πάνω μας φαινότανε ο ουρανός σκούρος γαλάζιος, στολισμένος με τα πρώτα αστέρια. Άνοιξαν τη φαρδιά καγκελόπορτα και μ' έσπρωξαν σ' έναν απέραντο κήπο, γεμάτον άσπρους στρογγυλούς βράχους. Πουθενά δε φαίνονταν λουλούδια. Μονάχα πρασινάδες. Όμως μιά γνώριμη άχνα ανέβαινε μέσα απ' τη γη, μεθυστική σα λιβάνι.
Εκδόσεις "Στιγμή", Αθήνα 1992.
Απρίλιος 1986.
Τυπογραφείο των εκδόσεων "Στιγμή".
Ο Ε. Γονατάς απαθανατίζεται φουμάροντας το τσιγάρο του
δίπλα στο Μ. Αναγνωστάκη.
Κοντά τους η Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου και ο Σπύρος Τσακνιάς.
Η φωτογραφία από το περιοδ. Αντί, τ. 527-528, 1993

Δεν υπάρχουν σχόλια: